Τις βάσεις για την κατάργηση της Συμφωνίας «Δουβλίνο ΙΙ», που προβλέπει την επαναπροώθηση των αιτούντων άσυλο στην πρώτη χώρα εισόδου τους στην Ευρώπη, έβαλε με χθεσινό της ψήφισμα η Ολομέλεια του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου.
Ενα σημείο που ενδιαφέρει ιδιαίτερα την Ελλάδα είναι ότι μέσω τροπολογιών που προστέθηκαν στο τελικό ψήφισμα αναγνωρίζεται ότι στα κράτη-μέλη που δέχονται «δυσανάλογα μεγάλο αριθμό αιτήσεων ασύλου» σε σχέση με τον πληθυσμό τους, θα πρέπει να αξιοποιείται άμεσα η παροχή οικονομικής υποστήριξης αλλά και διοικητικής/τεχνικής υποστήριξης από το Ευρωπαϊκό Ταμείο για τους Πρόσφυγες και την Ευρωπαϊκή Υπηρεσία Υποστήριξης για το Ασυλο αντίστοιχα, προκειμένου να μπορέσουν να συμμορφωθούν με τις προβλέψεις της παρούσας οδηγίας.
Εγκρίνοντας, με 314 ψήφους υπέρ, 306 κατά και 48 αποχές την έκθεση της Γαλλίδας σοσιαλίστριας ευρωβουλευτού Σιλβί Γκιγιόμ, η Ολομέλεια του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου τάχθηκε υπέρ της αναθεώρησης της υφιστάμενης Κοινοτικής Οδηγίας στον τομέα της παροχής ασύλου, υποστηρίζοντας ότι πρέπει να καθιερωθεί μία ενιαία πανευρωπαϊκή διαδικασία χορήγησης και ανάκλησης του καθεστώτος του πρόσφυγα, συμπεριλαμβανομένων των κοινών διασφαλίσεων για τους αιτούντες άσυλο.
Η εισηγήτρια της έκθεσης υπεραμύνθηκε της άποψης ότι η ισχύουσα κοινοτική νομοθεσία για το άσυλο δεν προστατεύει αφενός τα δικαιώματα των αιτούντων άσυλο στην Ευρώπη ενώ προκαλεί, αφετέρου, πολύ μεγάλες διαφορές μεταξύ των κρατών-μελών σ' ό,τι αφορά τη μεταχείριση των αιτούντων άσυλο και των προσφύγων. «Θα υπάρξουν πολλά οφέλη εάν επενδύσουμε σε πρωτοβάθμιες διαδικασίες οι οποίες θα είναι ορθές και αποτελεσματικές», συμπλήρωσε.
Στο ψήφισμα συνιστάται στα κράτη-μέλη να μην εφαρμόζουν την αρχή της επαναπροώθησης των αιτούντων άσυλο στην πρώτη χώρα εισόδου τους στην Ευρώπη και να παρέχουν στους πρόσφυγες κάθε δυνατότητα εκκίνησης διαδικασίας ασύλου για κάθε πρόσωπο που επιθυμεί να ζητήσει άσυλο και ευρίσκεται στη δικαιοδοσία τους.
Υπογραμμίζεται ακόμη ότι πρέπει να γίνεται εντός έξι μηνών η λήψη των πρωτοβάθμιων αποφάσεων, καθώς και ότι πρέπει να υπάρξει ενίσχυση των διαδικαστικών εγγυήσεων για έγκυες πρόσφυγες, ασυνόδευτους ανήλικους και άτομα που έχουν υποστεί βασανιστήρια ή άλλες σοβαρές πράξεις βίας.
Αποσαφηνίζεται η έννοια των «ασφαλών τρίτων χωρών» και προτείνεται το Ευρωκοινοβούλιο και το Συμβούλιο να εγκρίνουν σύντομα έναν κοινό κατάλογο τρίτων χωρών οι οποίες θεωρούνται ως ασφαλείς χώρες καταγωγής.
Η αρμόδια επίτροπος Σεσίλια Μάλστρεμ χαρακτήρισε ως «καλή αρχή» το ψήφισμα και ανακοίνωσε ότι, τους επόμενους μήνες, η Κομισιόν θα παρουσιάσει μια αναθεωρημένη έκδοση της παρούσας πρότασης."
(Η ΝΑΥΤΕΜΠΟΡΙΚΗ Πέμπτη, 7 Απριλίου 2011)