Επιστολή με θέμα τη διαμόρφωση ενός κοινοτικού πλαισίου για τη στήριξη των ευρωπαϊκών περιφερειών με υψηλή εξάρτηση από τα στερεά ορυκτά καύσιμα, με στόχο τη βιώσιμη αναδιάρθρωση του παραγωγικού τους μοντέλου, απέστειλε ο Περιφερειάρχης Δυτικής Μακεδονίας Θεόδωρος Καρυπίδης, στον Επίτροπο Κλιματικής Δράσης και Ενέργειας Μιγκέλ Αρίας Κανιέτε.
Η επιστολή του Περιφερειάρχη έχει ως εξής:
Αξιότιμε κύριε Επίτροπε,
Η παγκόσμια πρόκληση που σχετίζεται με την ανάσχεση και την προσαρμογή στην Κλιματική Αλλαγή έχει μια κρίσιμη παράμετρο επιτυχίας. Τόσο τα μέτρα όσο και οι πολιτικές που αφορούν στη μείωση των εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα (CO2), οφείλουν να εφαρμοσθούν με τρόπο που δεν θα διαταράξουν ανεπανόρθωτα τον οικονομικό και κοινωνικό ιστό των περιοχών με σημαντική εξάρτηση από τα στερεά ορυκτά καύσιμα. Πρακτικά, χωρίς να δημιουργήσουν περισσότερα και πιεστικότερα προβλήματα από αυτά που θα κληθούν να επιλύσουν.
Ως Περιφερειάρχης Δυτικής Μακεδονίας έχω την ευθύνη διαχείρισης της περιφέρειας με τα υψηλότερα ποσοστά ανεργίας σε ευρωπαϊκό επίπεδο, κυρίως μεταξύ των νέων ανθρώπων και ιδιαίτερα των γυναικών. Ταυτόχρονα, αντιμετωπίζω μια βίαια κλιμακούμενη μείωση της λιγνιτικής παραγωγής, δεδομένου ότι στη Δυτική Μακεδονία δραστηριοποιείται εδώ και δεκαετίες ο κύριος όγκος της ελληνικής ηλεκτροπαραγωγής και ο κυρίαρχος εργοδότης της περιφέρειάς μου.
Είναι πραγματικά δύσκολο να εξηγηθεί στους νέους συμπολίτες μας της Δυτικής Μακεδονίας η αναγκαιότητα ανάσχεσης της Κλιματικής Αλλαγής, όταν το 70% αυτών βιώνει τον εφιάλτη της ανεργίας. Δυστυχώς, η πραγματικά ύπουλη και ανεξέλεγκτη απειλή για το φυσικό Περιβάλλον είναι η Φτώχεια, η Ανεργία και η Κοινωνική Περιθωριοποίηση.
Σε κάθε περίπτωση, δεν προτίθεμαι ως Περιφερειάρχης να αποδεχτώ μια άνευ όρων κατάρρευση του κοινωνικού και οικονομικού ιστού της Δυτικής Μακεδονίας, λόγω απαξίωσης του τοπικού λιγνίτη. Δεν προτίθεμαι να συνεισφέρω σε μια μείωση των παγκόσμιων εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα κατά μόλις 0,02%, με αντίτιμο μια περιφέρεια με 90% ανεργία. Το εγχείρημα με όρους κόστους-οφέλους είναι συντριπτικά σε βάρος των συμπολιτών μου και εκ των πραγμάτων μη διαχειρίσιμο.
Λαμβάνοντας υπόψη ότι:
Στη Δυτική Μακεδονία, περισσότερο από το 30% του περιφερειακού ΑΕΠ παράγεται από τη λιγνιτική βιομηχανία, ενώ περίπου 9000 θέσεις εργασίας είναι άμεσα, έμμεσα ή επαγωγικά εξαρτημένες από τη λιγνιτική δραστηριότητα.
Το σύνολο σχεδόν της ελληνικής ηλεκτροπαραγωγής με βάση τους λιγνίτες βρίσκεται συγκεντρωμένο στη Δυτική Μακεδονία, με συνέπεια τα όποια μέτρα και πολιτικές σε βάρος των ορυκτών στερεών καυσίμων δεν διαχέονται ισότιμα στο σύνολο της χώρας ή ακόμη και των όμορων χωρών (Αλβανία και FYROM) αλλά στοχοποιούν συγκεκριμένη περιφέρεια της Ελλάδας, αυτή της Δυτικής Μακεδονίας.
Μεσοπρόθεσμα, οι προοπτικές ανανέωσης των παλαιών λιγνιτικών μονάδων με νέες τεχνολογίες Καθαρού Άνθρακα είναι εξαιρετικά περιορισμένες, λόγω κυρίως της παρατεταμένης οικονομικής ύφεσης, ενώ η αναμενόμενη αύξηση της τιμής του CO2 μέσω διοικητικών παρεμβάσεων, θέτει σε ισχυρή πίεση την ανταγωνιστικότητα των ήδη εγκατεστημένων. Επί της ουσίας, λόγω της απώλειας θέσεων εργασίας και της απαξίωσης σημαντικών παραγωγικών υποδομών, η Δυτική Μακεδονία θα «πληρώνει» την χρηματιστηριακή αξία του CO2 στην πενταπλάσια τιμή του.
Η Δυτική Μακεδονία διαθέτει κλιματολογικές συνθήκες ανάλογες της κεντρικής Ευρώπης ενώ τα τοπικά συστήματα τηλεθέρμανσης στηρίζονται αποκλειστικά στη λιγνιτική παραγωγή. Κατά συνέπεια, γίνεται εύκολα κατανοητός ο κίνδυνος της Ενεργειακής Φτώχειας και το έλλειμμα ανταγωνιστικότητας των τοπικών επιχειρήσεων, ως απόρροια συρρίκνωσης της λιγνιτικής παραγωγής.
Σε περιφερειακό επίπεδο, σχεδιάζουμε ήδη ένα νέο μοντέλο ανάπτυξης για την περιοχή μας, διαφορετικό όμως από αυτό της υπόλοιπης Ελλάδας. Δεδομένου ότι η Δυτική Μακεδονία είναι η μοναδική ελληνική περιφέρεια χωρίς πρόσβαση σε θάλασσα και στα υφιστάμενα μοντέλα τουριστικής ανάπτυξης, με τα οποία να εξασφαλίζεται μια εναλλακτική οικονομική δραστηριότητα απέναντι στο λιγνίτη, οι οποίες αλλαγές στο παραγωγικό μας μοντέλου απαιτούν σημαντικές διαρθρωτικές παρεμβάσεις.
Δυστυχώς, η επιβάρυνση της λιγνιτικής παραγωγής με υψηλά δικαιώματα CO2 στραγγαλίζει το υπερβάλλον ενοίκιο σπανιότητας του λιγνίτη ως τοπικού ενεργειακού πόρου, να χρηματοδοτήσει μια βιώσιμη και αποτελεσματική αναδιάρθρωση του περιφερειακού μας παραγωγικού μοντέλου. Στραγγαλίζει τις απαιτήσεις μιας ουσιαστικής περιβαλλοντικής αποκατάστασης και γενικότερα, δεσμεύει κρίσιμους οικονομικούς πόρους στην προοπτική μιας αποτελεσματικής μετάβασης της τοπικής οικονομίας σε καθεστώς χαμηλού και μελλοντικά μηδενικού άνθρακα.
Παράλληλα, είναι γνωστό ότι σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης (Ε.Ε.) εκατοντάδες χιλιάδες θέσεις εργασίας στηρίζονται στη βιομηχανία στερεών ορυκτών καυσίμων, οι οποίες άμεσα ή έμμεσα δέχονται και θα δεχθούν την πίεση των πολιτικών αντιμετώπισης της Κλιματικής Αλλαγής.
Αυτών δεδομένων, θεωρούμε ως εξαιρετικά αναγκαία την προώθηση ενός κοινοτικού πλαισίου υποστήριξης των συγκεκριμένων περιφερειών της Ε.Ε., με στόχο την αναδιάρθρωση του παραγωγικού τους μοντέλου.
Στην κατεύθυνση αυτή και με κίνητρο τις αρχές της επικουρικότητας, εργαζόμαστε στην τεκμηρίωση της αναγκαιότητας στήριξης των περιφερειών αυτών μέσα από μια κοινοτική πρωτοβουλία μέτρων και πολιτικών, η οποία και θα σας αποσταλεί σύντομα.
Παράλληλα, θα δρομολογήσουμε από την πλευρά μας επαφές με όλες τις ευρωπαϊκές περιφέρειες, οι οικονομίες των οποίων στηρίζονται στα ορυκτά στερεά καύσιμα, με στόχο τη διαμόρφωση μιας ευρωπαϊκής συναντίληψης τόσο των κοινών προβλημάτων όσο και των δυνητικών λύσεων.
Στη συνέχεια αυτών, προτείνουμε μια συνάντηση εργασίας των εν λόγω περιφερειών στη Δυτική Μακεδονία, μέσα στο 2016, με συγκεκριμένη ατζέντα και διαμορφωμένες προτάσεις. Ευελπιστώντας σε μια συνάντηση εργασίας υπό την αιγίδα της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και προσβλέποντας βεβαίως και στη δική σας παρουσία.
Με ειλικρινή εκτίμηση,
Θεόδωρος Καρυπίδης
Περιφερειάρχης Δυτικής Μακεδονίας