Σελίδες

Πέμπτη 1 Σεπτεμβρίου 2016

ΔΕΗ: Πυροτέχνημα ή κόλπο grosso η συνεργασία με τους Κινέζους

Η χθεσινή ανακοίνωση της ΔΕΗ ότι σκοπεύει να προχωρήσει στην υπογραφή μνημονίου κατανόησης (MoU) με την κινεζική CMEC, με στόχο τη δημιουργία κοινού σχήματος για την κατασκευή νέας λιγνιτικής μονάδας στη Φλώρινα (Μελίτη 2) επιχειρεί να δημιουργήσει νέα δεδομένα για την αγορά ηλεκτρισμού.
Αν και ακόμη είναι πολύ νωρίς και το εγχείρημα βρίσκεται ακόμη στα πρώτα στάδια, ωστόσο είναι σαφές ότι τόσο η ΔΕΗ όσο και η πλευρά των Κινέζων είχαν ένα χρονικό περιθώριο περίπου 2 μηνών να εξετάσουν τις λεπτομέρειες και τις προοπτικές μιας πιθανής συνεργασίας, από τις αρχές Ιουλίου, όταν και ο επικεφαλής της ελληνικής ΔΕΚΟ βρέθηκε στο Πεκίνο μαζί με τον πρωθυπουργό και άνοιξε το δίαυλο επικοινωνίας με την CMEC.

Το ενδιαφέρον βεβαίως είναι ότι η CMEC (China Machinery Engineering Corporation) είναι μια μεγάλη κατασκευαστική – εμπορική εταιρεία που δραστηριοποιείται μεταξύ άλλων στον ενεργειακό τομέα όχι τόσο ως εταιρεία παραγωγής και εμπορίας ενέργειας αλλά κυρίως ως κατασκευαστής ενεργειακών έργων. Δηλαδή το κύριο ενδιαφέρον της, εντοπίζεται στην ανάπτυξη ενεργειακών έργων, ενώ στο πλαίσιο της κατασκευαστικής της δραστηριότητας έχει πραγματοποιήσει περιορισμένες επενδύσεις συμμετέχοντας ως μέτοχος σε project όπως για παράδειγμα το 2007 σε ορυχεία της Αφρικανικής Γκαμπόν.

Τώρα σε σχέση με τη συνεργασία με τη ΔΕΗ για τη μονάδα της Μελίτης 2, οι πληροφορίες θέλουν να σχεδιάζεται η δημιουργία μιας κοινής νέας εταιρείας, στην οποία η ΔΕΗ θα εισφέρει την πρώτη μονάδα που ήδη λειτουργεί στη Μελίτη καθώς επίσης και την άδεια αλλά και τα δικά της ορυχεία στην περιοχή. Η διαδικασία που θα ακολουθηθεί προβλέπει την αποτίμηση της  κατασκευής της νέας μονάδας την οποία και θα αναλάβει να χρηματοδοτήσει ο συνεταίρος της ΔΕΗ. Η ελληνική εταιρεία θα αποτιμήσει την μονάδα Μελίτη 1, την οποία και θα εισφέρει στο σχήμα, αποκτώντας ωστόσο μειοψηφικό μερίδιο. Στο σχήμα θα συμμετάσχουν με ανάλογο της αποτίμησης που θα γίνει και οι ιδιοκτήτες των γειτονικών ορυχείων που απαιτούνται για την ομαλή τροφοδοσία της νέας 2ης μονάδας.

Ανάλογη πρόταση η ΔΕΗ είχε καταθέσει για τη Μελίτη 2 και στην Ιταλική Edison, η οποία ωστόσο απέρριψε το σχέδιο για δύο λόγους: πρώτον ο βασικός μέτοχος της ιταλικής εταιρείας η γαλλική EdF απέχει από την κατασκευή νέων ανθρακικών μονάδων λόγω περιβαλλοντικών κριτηρίων και δεύτερον διότι στο πακέτο της συνεργασίας με τη ΔΕΗ δεν περιλαμβάνονται υδροηλεκτρικές μονάδες.

Ο στόχος της ΔΕΗ

Μέσα από τη συνεργασία που προωθεί η ΔΕΗ και η οποία σύμφωνα με πληροφορίες είναι σε απόλυτη γνώση η ηγεσία του υπουργείου περιβάλλοντος και ενέργειας (Π. Σκουρλέτης), ο στόχος για τη ΔΕΚΟ είναι να δώσει απάντηση στο ερώτημα πως θα ικανοποιηθούν οι στόχοι του μνημονίου που προβλέπουν μείωση του μεριδίου της ΔΕΗ στο 50% μέχρι το 2020. Είναι σαφές ότι ένα σχήμα στο οποίο η ΔΕΗ θα είναι παθητικός μέτοχος με μερίδιο κάτω από το 50%, εισφέροντας και δική της μονάδα και άρα με την κατασκευή της νέας μονάδας θα υπάρξει μείωση του μεριδίου της στην εγχώρια ηλεκτροπαραγωγή.

Βεβαίως για να υπάρξει ικανοποίηση των όρων του μνημονίου θα πρέπει να υπάρξουν και άλλες "παραχωρήσεις" από την πλευρά της ΔΕΗ, ωστόσο είναι προφανές όπως έχει δηλώσει ο επικεφαλής της εταιρείας ότι η ΔΕΚΟ θέλει να κινηθεί αυστηρά σε αυτό το μοτίβο, εισφέροντας σε κοινά σχήματα δικές της μονάδες (παλιές ή νέες) με τους ιδιώτες εταίρους που θα έχουν την πλειοψηφία να αναλαμβάνουν την κατασκευή νέων έργων (Μελίτη 2) ή την αναβάθμιση παλιών μονάδων (Αμύνταιο).

Στα σχήματα αυτά δεν εισφέρονται υδροηλεκτρικές μονάδες, παρότι η πλευρά των δανειστών και της Κομισιόν, πιέζει για πλήρες άνοιγμα της πρόσβασης τρίτων όχι μόνο στο λιγνίτη αλλά και στα υδροηλεκτρικά.

Σε κάθε περίπτωση μέχρι τις 12 Σεπτεμβρίου όταν και θα υπογραφεί το μνημόνιο συνεργασίας θα υπάρχει μια πιο πλήρης εικόνα.

Πάντως στο παρελθόν ανάλογες συνεργασίες που είχε επιχειρήσει η ΔΕΗ χωρίς διαγωνιστικές διαδικασίες είχαν άδοξο τέλος, όπως συνέβη στην περίπτωση της συνεργασίας με τη γερμανική RWE (επί Π. Αθανασόπουλου) για την κατασκευή λιθανθρακικών μονάδων ή με την αμερικανική Sunedison (επί Α. Ζερβού) για την κατασκευή του μεγάλου φωτοβουλταϊκού στην Κοζάνη.

Εξάλλου το timing της ανακοίνωσης από την πλευρά της ΔΕΗ έχει και αυτό τη δική του σημασία, με δεδομένο ότι επίκεινται οι περίφημες δημοπρασίες ρεύματος, από τους λιγνίτες και τα υδροηλεκτρικά της εταιρείας, με τη ΔΕΚΟ να έχει σοβαρές ενστάσεις για τη διαδικασία, κυρίως εάν η τιμή εκκίνησης που θα οριστεί θα είναι χαμηλή (υπάρχουν διαρροές για προσδιορισμό της στα 37,35 ευρώ η μεγαβατώρα).

Τέλος να σημειωθεί ότι υπάρχουν περιβαλλοντικές ενστάσεις για το κατά πόσο το ελληνικό ηλεκτρικό σύστημα μπορεί διευρύνει την εξάρτησή του από το λιγνίτη με νέες λιγνιτικές μονάδες, με μεγάλες περιβαλλοντικές οργανώσεις όπως η Greenpeace και η WWF Hellas να επιχειρηματολογούν εναντίον μιας τέτοιας προοπτικής.

CMEC

Είναι κινεζική εταιρεία εισηγμένη στο Χονγκ Κόνγκ. Ιδρύθηκε το 1978 ως China Machinery & Equipment Export Corporation, ενώ έχει παρουσία αναλαμβάνοντας έργα και δημιουργώντας επιχειρηματικά δίκτυα σε πάνω από 150 χώρες, μεταξύ άλλων σε ΗΠΑ, Αυστραλία, Ιαπωνία. Βασικός μέτοχός της είναι η εταιρεία Sinomach. Μόνο στην τετραετία 2009 -2012 η κινεζική εταιρεία είχε κατασκευάσει 27 ενεργειακά project σε Τουρκία, Μαλαισία, Πακιστάν, Ινδονησία, Ινδία, κλπ. Το κατασκευαστικό της ανεκτέλεστο το 2012 ήταν 5,1 δις δολάρια. Στο εξάμηνο του έτους είχε κύκλο εργασιών 1,256 δις δολάρια και καθαρά κέρδη 78,2 εκατ. δολάρια. Φέτος η εταιρεία έχει ανακοινώσει συμφωνίες για την ανάληψη έργων στη Ζάμπια, την Αγκόλα, την Κένυα, το Λάος. Τα έργα αυτά αφορούν μεταξύ άλλων την κατασκευή φραγμάτων, δίκτυα μεταφοράς ηλεκτρισμού, αιολικά πάρκα κλπ.

Πάντως η εταιρεία παρά την ευρεία δραστηριοποίησή της σε τομείς όπως το εμπόριο, οι μεταφορές ta logistics, η ναυπηγοεπισκευή, οι τηλεπικοινωνίες, οι κατασκευές οδικών έργων, τα έργα ύδρευσης, η CMEC δεν εμφανίζεται να έχει λειτουργήσει ως ιδιοκτήτρια μονάδων παραγωγής ενέργειας.

Επίσης η εταιρεία εμφανίζεται να έχει εμπλακεί και σε έργα εντός Ευρώπης (Γερμανία, Ιταλία) μεταξύ των οποίων περιλαμβάνονται και έργα στην Ελλάδα.
Η εταιρεία απασχολούσε περίπου 2400 εργαζόμενους.

(του Χάρη Φλουδόπουλου, capital.gr)