Η επέτειος της 8ης Νοεμβρίου 1912 καθιστά επιτακτική ανάγκη τη στροφή στα γεγονότα εκείνης της περιόδου με την προσδοκία πως η ανάκληση αυτού ταυ ιστορικού παρελθόντος θα συνδράμει ποικιλότροπα στην αντιμετώπιση ανάλογων
συγκυριών του δικού μας παρόντος ή μέλλονταςΕπιθυμώντας λοιπόν να συνεισφέρουμε στην προσπάθεια αυτή φρονούμε ότι επιβάλλεται να μιλήσουμε για τη Φλώρινα της τουρκοκρατίας ως πλαισίου στο οποίο διαμορφώθηκαν οι προϋποθέσεις εκείνες που συνέβαλαν στην πρόσκληση του ελληνικού στρατού και επομένως στην απελευθέρωση της πόλης από τον οθωμανικό ζυγό.
Η Φλώρινα, πρωτεύουσα του ομώνυμου καζά, υπήρξε έδρα του ελληνορθόδοξου Μητροπολίτη Μογλενών και ανήκε διοικητικά στο Βιλαέτι Μοναστηρίου. Σύμφωνα με πληροφορίες του έτους 1905 που μας παρέχει το ανέκδοτο Αρχείο της Ι. Μητροπόλεως Μογλενών η πόλη έχει 406 0ρθόδοξες οικογένειες, ενώ ο «Οδηγός της Ελλάδος απάσης...» του N. Ιγγλέση, ο οποίος εκδίδεται στα 1910 ανεβάζει το συνολικό πληθυσμό της πόλης σε 10.000 κατοίκους. Η πόλη της Φλώρινας είναι έδρα καϊμακάμη, διαθέτει σύμφωνα με τον ίδιο οδηγό δύο υποκαταστήματα τραπεζών και εκείνο που κυρίως ενδιαφέρει, είναι πως ο αστικός της πληθυσμός εμφανίζεται εξαιρετικά δυναμικός, τόσο στο πεδίο των οικονομικών συναλλαγών που αναπτύσσονται την περίοδο αυτή της διείσδυσης του ευρωπαϊκού καπιταλισμού, όσο και στο επίπεδο της κοινοτικής αυτοδιοίκησης η οποία έχει παραχωρηθεί στα πλαίσια των οθωμανικών μεταρρυθμίσεων του Χάττ-ι-Χουμαγιούν (Hatt-ı Hümayun).
Όπως μαρτυρούν τυπικά αρχεία, αλλά και το αρχείο Υπουργείου Εξωτερικών, γύρω από την πόλη μας, η οποία υπήρξε κέντρο της ελληνικής προπαγάνδας σε όλη την περίοδο του μακεδονικού αγώνα, έλαβαν χώρα ορισμένες από τις πιο καίριες συγκρούσεις αυτής της αναμέτρησης. Αναφορικά με το θέμα αυτό ο πρόξενος της Ελλάδος στο Μοναστήρι Ν. Ξυδάκης γράφει το Δεκέμβριο του 1906 στον 'Έλληνα Υπουργό Εξωτερικών: «διέπραξαν άλλως οι Βούλγαροι το μέγιστον σφάλμα να μην απιστήσωσι την προσοχήν των απ’ αρχής εις την Φλώριναν. Εάν εκράτουν της πόλεως Φλωρίνης πάσα η πεδιάς και τα περιορί¬ζοντα αυτήν όρη θα είχαν απολεσθεί ανεπιστρεπτί...». Οι αρχές επομένως από τις οποίες εμφορούνταν οι κάτοικοι της Φλώρινας αποτελούσαν το πιο σημαντικό κίνητρο για την ίδρυση των σχολείων της κοινότητας, για τα οποία μάλιστα χτίζεται και κοινοτικό οίκημα μετά την αγορά του κτήματος ταυ Ιζέτ πασά, όπως μαρτυρούν τα τοπικά αρχεία αλλά και η ντόπια προφορική παράδοση. Σύμφωνα λοιπόν με το βιβλίο της Δημογεροντίας Φλώρινας, στην κοινότητα, η οποία διοικείται από 4 δημογέροντες, 4 Εφόρους και 2 Επιτρόπους της Εκκλησίας τον Αγίου Γεωργίου, λειτουργούν ένα Αρρεναγωγείο ή Αστικό Σχολείο με 8 δασκάλους και κατά τον Ιγγλέση με 233 μαθητές, ένα Παρθεναγωγείο 4ταξιο με 3 δασκάλες και 110 μαθήτριες και 3 Νηπιαγωγεία με 230 νήπια. Όταν λοιπόν το Ελληνικό Βασίλειο αποφασίζει κάτω από την επίδραση προϋποθέσεων που θα προσδιοριστούν πιο κάτω, να απελευθερώσει τη Μακεδονία, οι κάτοικοι της Φλώρινας αλλά και της μείζονος περιοχής της είναι ώριμοι ιδεολογικά, συγκροτημένοι οικονομικά και οργανωμένοι σε επίπεδο τοπικής αυτοδιοίκησης σε τέτοιο μάλιστα βαθμό άστε η απελευθέρωση να μην είναι παρά ένα απόλυτα φυσικό επακόλουθο. Κι αν εμμένω σε αυτό τι σημείο το κάνω γιατί πιστεύω πως οι ένοπλες αναμετρήσεις δεν κερδίζονται αν δε διαμορφωθούν οι οικονομικές προυποθέσεις για τη στήριξη τόσο των ειρηνικών επαναστάσεων όσο και της εποποιίας του λαμπρού μακεδονικού αγώνα ο οποίος υπήρξε ο προθάλαμος της κυοφορούμενης απελευθέρωσης.
ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ ΠΟΛΥΚΑΡΠΟΣ ΣΑΚΕΛΛΑΡΟΠΟΥΛΟΣ (1878-1943) |
Ως εδώ οι απόψεις τόσο των ιστορικών όσο και των βασικών πρωταγωνιστών δηλαδή του Μητροπολίτη Πολυκάρπου και του υπίλαρχου Ιωάννη Άρτη συμφωνούν. Η διάσταση απόψεων ανάμεσα στους δύο άνδρες αφορά κυρίως τη διαδικασία παράδοσης της πόλης.
Η εκδοχή του Μητροπολίτη Πολυκάρπου η οποία δημοσιεύεται πρώτη στο τοπικό «Έθνος», σε μια περίοδο που ο ίδιος είναι Μητροπολίτης Βεροίας και Ναούσης περιλαμβάνει ορισμένα κύρια σημεία που αφορούν τη δράση του Μητροπολίτη. Η μαρτυρία λοιπόν του Μητροπολίτη αναφέρεται πρώτα στην από μέρους του πρόσκληση των δασκάλων και διδασκαλισσών των σχολείων Φλωρίνης, με πρόθεση τη μετάδοση της σύστασης για προπαρασκευή της ελληνικής σημαίας αναγκαίας για την υποδοχή του ελληνικού στρατού. 'Έπειτα εμμένει στη διαρροή της πληροφορίας αυτής στους Τούρκους και στην κάλυψη που του πρόσφερε πρόθυμα ο Γιουσούφ μπέης, μια χειρονομία που έπρεπε να ανταποδώσει ο Μητροπολίτης, όταν οι Τούρκοι προσέτρεξαν φοβισμένοι σ’ αυτόν για προστασία. Η πρόταση για κοινή συνεδρίαση Ελλήνων και Τούρκων δημογερόντων εν όψει της επικείμενης κατάληψης της πόλης από τους Σέρβους, ήταν η έκφραση της προσπάθειας του Μητροπολίτη να εξασφαλίσει τη συναίνεση των Τούρκων για κοινή δράση υπέρ των ελληνικών θέσεων και κατά των σέρβικων αξιώσεων.
Ακολουθεί στην τrπαράθεση των σκέψεων του Μητροπολίτη η συναπόφαση για αποστολή Επιτροπής προκρίτων στον ελληνικό στρατό με στόχο την επίσπευση των ενεργειών του για προέλαση και κατάληψη της Φλώρινας, ενώ δίνεται έμφαση στην από μέρους του ίδιου και του μουφτή υποδοχή τόσα του Ι.
Άρτη όσο και των ανδρών του και στη μετάβαση όλων με συνοδεία του Μητροπολίτη στη Μητρόπολη. Τέλος επισημαίνεται η απόρριψη πρότασης των Σέρβων για παράδοση της πόλης, δυο ώρες μετά την άφιξη του ελληνικού στρατού. Οι διαφορετικές εκτιμήσεις του Ιωάννη Άρτη οι οποίες δημοσιεύονται από τον κύριο Μέλλιο στο ίδιο τεύχος του Αριστοτέλη που δημοσιεύονται και οι απόψεις του Πολύκαρπου, επαναπροσδιορίζοντας ορισμένα δεδομένα τονίζουν ότι δεν είναι ακριβές ότι η κατάληψη της πόλης από το ιππικό ήταν αποτέλεσμα των ενεργειών του Μητροπολίτη και της από μέρους του πρόσκλησης του στρατού. H Θέση που προβάλλεται είναι πως η κατάληψη είναι αποτέλεσμα θετικής πρωτοβουλίας του Ιωάννου Άρτη ο οποίος εκτίμησε πως οι καταπτοημένοι Τούρκοι που κατέκλυζαν το δρόμο Φλώρινας - Μοναστηρίου αλλά και την ίδια την πόλη, κυνηγημένοι από τους Σέρβους, δεν αντιπροσώπευαν σοβαρή απειλή για τους άντρες του. Στο δημοσίευμα του Ι. Άρτη τονίζεται ακόμα πως είναι αληθινό ότι ο Μητροπολίτης έσπευσε αμέσως με τον Μουφτή να παραδώσουν την πόλη, όπως δεν είναι πραγματικό γεγονός το ιστορούμενο από το Μητροπολίτη θέμα της καθοδήγησης της ίλης ως τη Μητρόπολη.
Ωστόσο οι αποκλίσεις που σημειώνονται από τους δύο πρωταγωνιστές της απελευθέρωσης της πόλης δεν είναι δύσκολο να γεφυρωθούν. H εκδοχή της Επιτροπής των Δημογερόντων οι οποίοι προσκαλούν τον ελληνικό στρατό υποστηρίζεται και σε σχετικά δημοσιεύματα των Γ. Μόδη και Τέγου Σαπουντζή, είναι εναρμονισμένη με το κλίμα της ιδεολογικής προπαρασκευής που μνημονεύτηκε πιο πάνω και επιπλέον δεν αναιρεί τον ισχυρισμό του Άρτη για ανάληψη πρωτοβουλίας από τη μεριά του, αφού στις ταραγμένες εκείνες εποχές οι κίνδυνοι για την Επιτροπή παραμόνευαν, ενώ οι επικοινωνίες της εμπροσθοφυλακής και τον κύριου όγκου του στρατού καθυστερούσαν αναγκαστικά εξαιτίας της απουσίας τεχνικής υποδομής. O δεύτερος μάλιστα ισχυρισμός του Άρτη για καθυστέρηση της παράδοσης της πόλης από το Μητροπολίτη είναι αληθινός, αφού ο τελευταίος ως αρχηγός της θρησκείας είχε επωμιστεί ευθύνες για τους Τούρκους με τους οποίους συμβίωναν χρόνια οι κάτοικοι της πόλης. Φαίνεται όμως πως ο Μητροπολίτης επέλεξε γρήγορα το καθήκον απέναντι στον ελληνισμό του οποίου ήταν πνευματικός ποιμένας κι έτσι παρέδωσε την πόλη, πείθοντας παράλληλα και το Μουφτή να δεχτεί την παράδοση. H αναίμακτη είσοδος του ελληνικού στρατού στην πόλη ήταν αποτέλεσμα της γενναιότητας του Ι. Άρτη και της σύνεσης τον Μητροπολίτη Πολύκαρπου.
Την κατάσταση που επικρατούσε εκείνη τη μέρα στη Φλώρινα μας δίνει ανάγλυφη η πέννα του Γ. Μόδη στο διήγημά του «πώς παραδόθηκε η Φλώρινα». Κι επειδή η τέχνη εξασφαλίζει την αμεσότητα στην πρόσληψη του μηνύματος ας τον διαβάσουμε: «Η Φλώρινα ήταν άνω-κάτω. O Τουρκικός στρατός υποχωρούσε απ’ το Μοναστήρι ύστερα από τριήμερη μάχη με τους Σέρβους... Φάλαγγες πεζικού, κανόνια, άλογα, μεταγωγικά, αστυνομικά. χωροφύλακες, πυροβολητές χωρίς κανόνια, φαντάροι χωρίς τουφέκια, άνθρωποι και ζώα όλοι ανακατωμένοι, κατατσακισμένοι, αποκαρδιωμένοι, με τη σφραγίδα της ήττας στα σκυμμένα κεφάλια τους περνούσαν σε διαδοχικά και ατέλειωτα μπουλούκια χωρίς καμιά τάξη και σειρά. Τα αξιοθρήνητα λείψανα του υπερήφανου Αυτοκρατορικού Στρατού ένα πια σκοπό είχαν: τη φυγή».
Πέρα από τις επικής διάστασης εικόνες είναι διάχυτη στο απόσπασμα η συμπάθεια για τους ξεριζωμένους είναι η ίδια η ανθρώπινη καλοσύνη που θα κάνει τον Πολύκαρπο να επιδιώξει την προστασία των Τούρκων της Φλώρινας. Μόνο που δέκα χρόνια μετά στη Μικρά Ασία δε θα υπάρξει ανταπόδοση αυτής της γενναιοφροσύνης. Κι εκείνος ο ξεριζωμός θα σημαδέψει ανεξίτηλα το μέλλον του ελληνισμού.
Απο δω και πέρα, όπως ιστορεί στις αναμνήσεις του ο Παναγιώτης Δραγουμάνος, αυτόπτης μάρτυρας των γεγονότων της περιόδου, η εμπροσθοφυλακή του Συντάγματος εισήλθε στις 14 μ.μ. στην πόλη, αφόπλισε τους τούρκους, συνέλαβε 1.300 οπλίτες αιχμαλώτους, ενώ μέρος του συντάγματος που διοικούσε ο αντισυνταγματάρχης Ζαχαρόπουλος διατέθηκε για τη φρούρηση των αιχμαλώτων και των καταστημάτων. Τότε ήλη Σέρβων ζήτησε να διανυκτερεύσει στην πόλη κάτι που επιτράπηκε. Τέλος στις 8 Νοεμβρίου μπήκε στην πόλη ο Αρχιστράτηγος Κωνσταντίνος ο οποίος έγινε δεκτός με ενθουσιασμό. Οι κάτοικοι κατά την αφήγηση τον Δραγουμάνου καταπατούσαν τα τούρκικα φέσια τους για να δείξουν πως είναι πλέον ελεύθεροι. Ακολούθησε δοξολογία στο τέμενος του ελληνισμού τον Άγιο Γεώργιο. H δοξολογία αυτή σηματοδότησε την αρχή του ελεύθερου βίου των κατοίκων της Φλώρινας. Και ήταν σημαντικό να θυμηθούμε ότι οι πρόγονοί μας κατέκτησαν την ελευθερία αυτή γιατί την άξιζαν, γιατί όλοι, σλαβόφωνοι ή βλαχόφωνοι, 'Έλληνες στη ψυχή και στο φρόνημα. Τη λαμπρή αυτή κληρονομιά κληροδότησαν μέσα από αγώνες, έργα παρακαταθήκες, τρόπαια νικών αλλά και επιτύμβια θυσιών σ’ εμάς τους μεταγενέστερους.
Χρέος λοιπόν ιερό όλων μας να συνεχίσουμε να φυλάμε τις δικές τους Θερμοπύλες αντιπαρατιθέμενοι σε κάθε απόπειρα σπίλωσης της πολιτιστικής μας ταυτότητας, χάλκευσης της εθνικής μας μνήμης και φαλκίδευσης της πατρογονικής μας κληρονομιάς. Γιατί όπως λέει ο Ανδρέας Κάλβος «θέλει αρετή και τόλμη η ελευθερία».
Σ. Ηλιάδου -Τάχου