Είναι κοινή διαπίστωση όσων ασχολούνται με την πολιτική πραγματικότητα ότι οι πολίτες έχουν απογοητευτεί από την αδυναμία ή την ανικανότητα των πολιτικών να δώσουν λύση στα προβλήματά τους. Ως απότοκο η συντριπτική μερίδα της κοινωνίας των πολιτών τονθορύζει ότι όλοι ίδιοι είναι, παραιτείται από τη διεκδίκηση ενός ευοίωνου μέλλοντος μέσω της πολιτικής συμμετοχής και μοιραία οδηγείται στην ιδιώτευση και στη χαλάρωση του αίσθησης του συνανήκειν στην πολιτική κοινότητα.
Μέχρι σήμερα, οι πολίτες της Περιφερειακής Ενότητας Φλώρινας αισθάνονται παγιδευμένοι από τον άκρατο κομματισμό, τον διχαστικό λόγο, τη μετριοκρατία και τη διαπλοκή, την ώρα που ο Νομός μαστίζεται από δυσυπέρβλητα οικονομικά και κοινωνικά προβλήματα. Ο πολίτης, ακόμη και στο πιο απόμερο χωριό της Φλώρινας, θεωρεί ότι οι πολιτικοί άρχοντες του τόπου επιλέγονται με βάση αδιαφανή κριτήρια ή με γνώμονα τη θητεία τους σε κομματικά φέουδα. Η κυρίαρχη δε εντύπωση των εκλογέων για τους σημερινούς πολιτικούς παραπέμπει ευθέως στον Κάρολο Κουίντο. Σύμφωνα με τον Μακιαβέλι, ο Ισπανός βασιλιάς έδινε όρκους αλλά «δεν έκανε τίποτα άλλο παρά να απατάει τους ανθρώπους».
Εύλογα, η πλειονότητα έχει αποσυνδέσει την πολιτική από την ηθική, ενσωματώνει με στωικότητα την κίβδηλη εντύπωση ότι τίποτα δεν αλλάζει, αποδέχεται μοιρολατρικά τη διάψευση των εξαγγελιών περί ισότητας ευκαιριών για τους ίδιους και τα παιδιά τους, αισθάνεται ότι η πολιτική έχει μετεξελιχθεί, από εργαλείο άμβλυνσης των ανισοτήτων, σε μέσο ανέλιξης των «καπάτσων».
Την πραγματικότητα αυτή έρχεται να ανατρέψει η υποψηφιότητα της κ. Ηλιάδου-Τάχου με τη Νέα Δημοκρατία.
Με τον τίτλο αριστείας της Καθηγήτριας Πανεπιστημίου και με τα διαπιστευτήρια μιας καταξιωμένης συγγραφέως κομίζει στο τέναγος της πολιτικής πραγματικότητας του Νομού τη σύνδεση του θεωρητικού βίου με την πολιτική πράξη χωρίς τις δεσμεύσεις που συνεπάγεται για οποιοδήποτε υποψήφιο η εμπλοκή στην κομματική καθημερινότητα. Όλοι άλλωστε θα συμφωνήσουν ότι ο πολιτικός για να αποτελέσει χρήσιμο εκπρόσωπο των συμφερόντων των πολλών, πρέπει να έχει ζυμωθεί με την κοινωνία, να έχει διαμορφώσει την προσωπικότητά του μέσα σε αυτήν και να έχει αποκτήσει γνώση που θα καθοδηγεί την πράξη του. Στη συνέχεια, νομιμοποιείται να κατέλθει στον πολιτικό βίο για να αξιοποιήσει προς όφελος του συνόλου τα όσα χαρίσματα συσσώρευσε και να μπολιάσει τις παραδεδεγμένες αξίες με το νέο πνεύμα. Με άλλα λόγια, η εμπλοκή στον μάχιμο πολιτικό βίο επιστεγάζει μια επιτυχημένη πορεία και πηγάζει από την ορμέμφυτη ανάγκη να προσφέρει στο σύνολο.
Η επιστημονική και κοινωνική διαδρομή της κ. Ηλιάδου-Τάχου συμβολίζει την αξιοκρατία, τη σοβαρότητα, την αξιοπρέπεια, αξίες που συνιστούν αίτημα κάθε δημοκρατικής κοινωνίας αλλά, δυστυχώς, παραμένουν ανεφάρμοστες από τους εξ επαγγέλματος πολιτικούς. Η πολιτική στράτευσή της απευθύνεται σε πολίτες με φιλελεύθερες αρχές και με όραμα την ανασύσταση του πολιτικού σκηνικού στη βάση της ειλικρίνειας, του καθαρού λόγου και της αλληλοπεριχώρησης αρχόντων και αρχομένων. Μια τέτοια υποψηφιότητα μπορεί να συσπειρώσει τους πολίτες του Νομού Φλώρινας που επιζητούν την ενδυνάμωση της φωνής τους προς το Κέντρο και την επέκταση των διόδων παρέμβασής τους σε αποφάσεις πέρα από τον ορίζοντα της 7ης Ιουλίου. Οι κοινωνικές ευαισθησίες, η ανέλιξή της μέσα από τους κόλπους της κοινωνίας, η τεκμηριωμένη προβολή των εθνικών δικαίων αποτελούν ισχυρά εχέγγυα ότι η εκλογή της θα σημάνει αφενός την ανάδειξη και επίλυση των τοπικών προβλημάτων και αφετέρου την εκ νέου συγκρότηση μιας κοινωνιοκεντρικής αντίληψης για την πολιτική όπου οι ανθρώπινες αξίες θα επικαλύπτουν την κομματική στοχοθεσία.
Σε αυτή την εκλογική αναμέτρηση οι ελευθερόφρονες πολίτες έχουν την ευκαιρία να καταρρίψουν το μακιαβελικό δόγμα πως ο αποτελεσματικός πολιτικός οφείλει να παρουσιάζει μια επίπλαστη εικόνα της πραγματικότητας. Έχουν την ευκαιρία να επιλέξουν την κ. Ηλιάδου- Τάχου, με κριτήρια όπως η φιλοπατρία, η ανυστεροβουλία, η παρρησία, η σωφροσύνη, η διαλεκτική σκέψη, η επιχειρηματολογία, αρετές δηλαδή από τις οποίες εξαρτάται η γενική ευημερία.
Οι παραπάνω παραδοχές θέτουν στους ψηφοφόρους επιτακτικά το δίλημμα για το αν με την επιλογή τους στις 7 Ιουλίου θα μπορέσουν να οικοδομήσουν μια σχέση εμπιστοσύνης με τους πολιτικούς εκπροσώπους τους ή αν θα ανακυκλώσουν πρόσωπα τα οποία δεν έχουν δικαιώσει την εμπιστοσύνη τους μέχρι στιγμής. Στην πρώτη περίπτωση, θα απομένει ως αμοιβή η εσωτερική ικανοποίηση πως με την ψήφο τους επιτέλεσαν το ορθό. Στη δεύτερη, θα δικαιώσουν την ανερμάτιστη πολιτική στάση των ψηφοφόρων έναντι των πολιτικών στην Ελλάδα όπως την περιέγραψε ο Καραμανλής: «Το Σάββατο σε βρίζουν, την Κυριακή σε ψηφίζουν και τη Δευτέρα "κόβουν" το χέρι τους».
Ένας πολίτης