Σήμερα, κατά πάσα βεβαιότητα, «φεύγει» επιστολή της ελληνικής κυβέρνησης προς τον κοινοτικό επίτροπο για θέματα ανταγωνισμού κ. Χοακίν Αλμούνια, με την οποία διατυπώνεται και επίσημα το αίτημα για αναβολή εφαρμογής της απόφασης της Ε.Ε. για παραχώρηση του 40% των λιγνιτών της χώρας μας σε ιδιώτες, ενόψει της σχεδιαζόμενης αποκρατικοποίησης του 17% της ΔΕΗ. Η επιστολή υπογράφεται από τον κ. Παπακωνσταντίνου και την κ. Μπιρμπίλη και παρουσιάζει, πάνω κάτω, την επιχειρηματολογία που έχει αναπτύξει στο υπουργικό συμβούλιο αλλά και δημόσια η υπουργός Περιβάλλοντος.
Σύμφωνα μάλιστα με πληροφορίες από το υπουργείο Οικονομικών, υπήρξε χθες τηλεφωνική επικοινωνία του κ. Παπακωνσταντίνου με τον κ. Αλμούνια κατά την οποία ενημερώθηκε ο επίτροπος
για την αποστολή της επιστολής, την οποία προφανώς θα εξετάσουν τα στελέχη της Διεύθυνσης Ανταγωνισμού.
Σε ερώτηση του energypress προς υψηλόβαθμο παράγοντα του υπουργείου Οικονομικών για το τι πιθανότητες υπάρχουν να δεχτούν κάτι τέτοιο οι κοινοτικοί, με δεδομένο μάλιστα ότι η ιδιωτικοποίηση του 17% δεν έχει καν ξεκινήσει και προβλέπεται όχι για τώρα αλλά για το 2012, η απάντηση ήταν «όλα τα ενδεχόμενα είναι ανοιχτά, αλλά σε κάθε περίπτωση η προσπάθεια από την κυβέρνηση θα γίνει γιατί το αίτημα είναι λογικό».
Απίθανο ενδεχόμενο
Σύμφωνα πάντως με εκτιμήσεις παραγόντων που γνωρίζουν τη φιλοσοφία και τον τρόπο λειτουργίας των κοινοτικών υπηρεσιών, θεωρείται απίθανο το ενδεχόμενο να αποδεχτεί η Διεύθυνση Ανταγωνισμού την ελληνική επιχειρηματολογία και άρα το ελληνικό αίτημα. Όχι μόνον επειδή η υποχρέωση της χώρας να ανοίξει τα λιγνιτικά της αποθέματα είναι παλιά (η σχετική απόφαση του 2008 θάπρεπε ήδη να έχει εφαρμοστεί) αλλά επιπλέον επειδή η άρση της αποκλειστικότητας στην χρήση ενός καυσίμου δεν αφορά μόνον επιχειρήσεις του δημοσίου αλλά και ιδιωτικές εταιρείες. Παράλληλα, το πρόγραμμα ιδιωτικοποιήσεων της κυβέρνησης είναι ακόμα «στα σπάργανα» ενώ και η διαπραγματευτική θέση της χώρας δεν είναι πολύ ισχυρή λόγω των ευρύτερων προβλημάτων της.
Το αίτημα
Η ουσία της επιχειρηματολογίας της κυβέρνησης είναι αντίστοιχη με εκείνη που παρουσίασε εξαρχής η κ. Τίνα Μπιρμπίλη. Ότι δηλαδή δεν μπορεί να πραγματοποιηθεί και η πώληση του 17% της ΔΕΗ και η παραχώρηση του 40% της λιγνιτικής παραγωγής της, διαδικασία που βρίσκεται σε εξέλιξη, για δύο κυρίως λόγους:
Ο ένας είναι ότι η παραχώρηση του 40% των λιγνιτών είναι μια εξ αντικειμένου αποδυνάμωση της ΔΕΗ. Συνεπώς είναι αντίθετη με την πρόθεση της κυβέρνησης να πουλήσει ποσοστό του μετοχικού κεφαλαίου, καθώς μια αποδυναμωμένη ΔΕΗ είναι μια «φθηνότερη» ΔΕΗ. «Όταν θέλεις να πουλήσεις ποσοστό μιας επιχείρησης την ενισχύεις, δεν της αφαιρείς πλεονεκτήματα» λέει χαρακτηριστικά.
Ο δεύτερος είναι ότι η πίεση της Κομισιόν σχετικά με την άρση της «αποκλειστικότητας» της ΔΕΗ στη χρήση του λιγνίτη και την ανάγκη πρόσβασης ιδιωτών στα λιγνιτικά αποθέματα, ασκείται με βασικό επιχείρημα ότι η ΔΕΗ είναι δημόσια επιχείρηση, ότι δηλαδή το δημόσιο κατέχει το 51% του μετοχικού κεφαλαίου της. Από τη στιγμή που το Δημόσιο, πουλώντας το 17% της ΔΕΗ, παύει να έχει την πλειοψηφία της επιχείρησης, δεν είναι υποχρεωμένο και δεν είναι σωστό να προχωρήσει και στη παραχώρηση του 40% της λιγνιτικής παραγωγής.
Ανοιχτό μέτωπο
Υπενθυμίζεται ότι με την απόφαση του 2008 (την οποία προσπαθεί να ακυρώσει η ΔΕΗ παρότι η εφαρμογή της έχει παγώσει ενόψει της υποβολής πρότασης ισοδύναμου αποτελέσματος εκ μέρους της χώρας μας ) υποχρεώνεται η Ελλάδα ή να ανοίξει σε ιδιώτες τα «παρθένα» λιγνιτικά κοιτάσματα σε Ελασσόνα και Δράμα ή να πουλήσει η ΔΕΗ το 40% των λιγνιτικών σταθμών της.
Το βασικό «μέτωπο» είναι με τη Διεύθυνση Ανταγωνισμού της Κομισιόν, με την οποία συνεχίζονται οι διαπραγματεύσεις για τη λεγόμενη «ισοδύναμη λύση», δηλαδή για τα swaps. Ως γνωστόν, μετά το market test που πραγματοποίησε η Κομισιόν με βάση την ελληνική πρόταση για swaps λιγνιτικής ενέργειας της ΔΕΗ , έχει υπάρξει ένας μαραθώνιος επαφών, επιστολών, e mails κ.λπ., και, μετά από αυτά, έχει έρθει η ώρα για να καταθέσει η χώρα μας την τελική της πρόταση (ισοδύναμη λύση) για την εξασφάλιση πρόσβασης των ιδιωτών στα λιγνιτικά αποθέματα. Στην πραγματικότητα, μέχρι το Πάσχα θάπρεπε να υποβληθεί η τελική ελληνική πρόταση.
energypress.gr