Project: «Action field kodra’s stalking horse», 2011
Παραλιακός Πεζόδρομος στο ύψος του Λευκού Πύργου, Θεσσαλονίκη
Καντίνα Mama mia Carla
Διάρκεια έκθεσης: 6, 7, 8 Οκτωβρίου (βραδινές ώρες)
Οι ποιητές: Παναγιώτης Αρβανίτης, Λένα Καλλέργη, Ναταλία Κατσού, Ανέστης Μελιδώνης, Θοδωρής Παπαϊωάννου, Μάγδα Χριστοπούλου.
Οι εικαστικοί: Νικόλας Αντωνίου, Λεωνίδας Γκέλος, Αχιλλέας Ζάζος, Χρήστος Ιωαννίδης, Γιώργος Κορπάκης, Πένυ Κορρέ, Ηλέκτρα Μάιπα, Θωμάς Μακινατζής, Πετρούλα Ντάλλα, Μαρία Παπαλεξίου, Νίκος Πασαλιμανιώτης, Κική Στούμπου, Γεσθημανή Χατζή.
Το Πεδίο Δράσης Κόδρα 2011, η εικαστική έκθεση σύγχρονης τέχνης την οποία διοργανώνει ο Δήμος Καλαμαριάς αποτελεί έναν από τους παλαιότερους και σημαντικότερους μη μουσειακούς θεσμούς σύγχρονης τέχνης στην Ελλάδα, με την υποστήριξη της Αντιδημαρχίας Πολιτισμού και συμμετέχει στη Μπιενάλε Νέων Καλλιτεχνών της Μεσογείου με το project «Action field kodra’s stalking horses».
Για να ανταποκριθεί στις συνθήκες και τις ανάγκες μιας ταραγμένης εποχής, η τέχνη οφείλει πλέον να επανακτήσει το ρόλο της ως μηχανισμός κοινωνικής συνοχής και ως φορέας ιδεολογικής και πολιτικής καινοτομίας. Φέτος αποπειράται ένα διπλό άνοιγμα: της σύγχρονης τέχνης στο δημόσιο χώρο, και του Δήμου Καλαμαριάς στο Δήμο Θεσσαλονίκης.
Μέσα στο πλαίσιο του διπλού αυτού ανοίγματος με το project «Action field kodra’s stalking horses», ολοκληρώνει αυτή την απόπειρα διείσδυσης στον αστικό ιστό της πόλης. Χρησιμοποιώντας υπονομευτικά τις καντίνες, συνθέτει εικόνες που προσπαθούν με μια αφήγηση, μια ιστορία, έναν μύθο, να ενεργοποιήσουν, ένα σχόλιο σχετικά με την θέα του κόσμου και του εαυτού μας, την αυτοδιάθεση ενάντια στον εγκλωβισμό, τον αποκλεισμό, τη μετοχή στα κοινά εισφέροντας προεκτάσεις σκέψης. Εικόνες που προσπαθούν να διατυπώσουν με βιωματικό τρόπο μία ερμηνευτική έτσι όπως αποκαλύπτεται μέσα στην αλληλουχία τους, με μια φιλοσοφία ποιητική που ίσως επιφέρει συνειδητοποιήσεις αυτοσυνειδησίας ώστε να μπορούμε να συναρθρώσουμε την αντίσταση απέναντι σε μια αγοραία απορρύθμιση, αναμορφώνοντας και διεκδικώντας διαρκώς τα μέσα, για να επανερμηνεύουμε εμπράκτως και να συμβάλλουμε στη συνδιαμορφώση ενός κόσμου στον οποίο μετέχουμε και κατοικούμε.
Οι γνώριμες για την λειτουργία τους καντίνες, αποκτούν και δημιουργούν μία νοητή σημειολογική διαδρομή στον άξονα της παραλίας της Θεσσαλονίκης ως τοπόσημα πρόχειρης εστίασης μέσα στο δημόσιο χώρο και την οργανωμένη ζωή της πόλης, λειτουργώντας ταυτόχρονα και ως τοπόσημα στιγμών του καθημερινού αστικού χρόνου. Συνθέτουν με μια ρυθμολογία εικαστικές διεκδικήσεις του αστικού τοπίου, με πρωταγωνιστές εικαστικούς καλλιτέχνες, μουσικούς, ποιητές και τους θεατές-θαμώνες που οικειοποιούνται την πρόσοψη και τα παρασκήνια του αθέατου και αβίωτου δημόσιου χώρου της Θεσσαλονίκης, εμπλεκόμενοι ανυποψίαστοι ή υποψιασμένοι στη πρόζα του κόσμου…
Οι συνεπιμελητές του Action Field Kodra 2011
Μαρία Κενανίδου, Δημήτρης Μιχάλαρος, Θεόφιλος Τραμπούλης
Σε συνεργασία με:
Τμήμα Εικαστικών και Εφαρμοσμένων Τεχνών Φλώρινας (ΤΕΕΤ) (Department of Visual and Applied Art) – Πανεπιστήμιο Δυτικής Μακεδονίας (University of Western Macedonia)
Αντιδημαρχία Πολιτισμού Θεσσαλονίκης
Μπιενάλε Νέων Καλλιτεχνών της Μεσογείου
ΤΕΚΜΗΡΙΩΣΗ
Σε συνεργασία με το Πεδίο Δράσης Κόδρα του Δήμου Καλαμαριάς, με την υποστήριξη της Αντιδημαρχίας Πολιτισμού Θεσσαλονίκης και την Μπιενάλε Νέων Καλλιτεχνών της Μεσογείου, το 3ο 3ικαστικό 3ργαστήριο Ζωγραφικής του Τμήματος Εικαστικών & Εφαρμοσμένων Τεχνών Φλώρινας του Πανεπιστημίου Δυτικής Μακεδονίας, σε συντονισμό με το 1ο Εργαστήριο Ζωγραφικής, θα ερευνήσει τη σημασιοδότηση της καντίνας (τοπόσημο) και τη διεισδυτική της χωρική λειτουργία («Δούρειος ίππος») σε όλα σχεδόν τα γεγονότα αστικής συνάθροισης πλήθους. Η συμμετοχή αυτή, ταυτόχρονα, θα αποτελέσει και την πρώτη απολαυόμενη έκθεση της διερεύνησης της θεματικής του «+τάγματος» στο έκδοχο «Πλατειά-Ζω».Ο Χώρος γίνεται Τόπος και ο Τόπος είναι ο χώρος, το πεδίο ενσωμάτωσης του ατόμου στην κοινωνία (The place is the space). Η εικαστική λειτουργία θα στηριχθεί στη ζωογόνα εκφώνηση ποίησης για να ενεργοποιήσει-συγκροτήσει τη δούρεια ιδέα μιας ευρείας αμφισημίας του κοινωνικού απέναντι στον απροκάλυπτο και χυδαίο ατομικισμό. Το τοπόσημο «Δούρειος Καντίνα» διεισδύει μέσα στο διαμορφωμένο κοινωνικό και πολιτικό τοπίο οργανώνοντας ασυμμετρίες και ιδιομορφίες εκεί που «αράζεις», εκεί που περνάς το χρόνο σου, εκεί που πλατειάζεις, εκεί που +τροφεύεις στο φαινομενικά φιλήσυχο τοπίο.
Η βιβλική ευημερία μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο πόλεμο, με τους οικονομολόγους να μαθηματικοποιούν την εγωιστική υπόθεση από τη μια πλευρά και μια περιορισμένη ελίτ να μακιγιάρει το προσωπείο του συμφέροντος ή της φιλαυτίας από την άλλη, έκανε τον τρόπο ζωής να συνίσταται σε πολιτική έκφανση μιας απέλπιδος ανθρωπολογίας και να οργανώνεται μέσα στην Αγορά και το αφηρημένο Δίκαιο.
Η περίπτωση της εικαστικής διερεύνησης των καντινών ως Δούρειων ίππων αποτελεί και έναν εμπειρικό έλεγχο αυτής της παραπάνω εντύπωσης. «Η καντίνα είναι ο Δούρειος ίππος σε γεγονότα πλήθους»: αυτή η πρόταση αποτελεί μια υπόθεση γύρω από την οργάνωση (υλική και συμβολική) της κοινωνικότητας και τις κοινωνικές σχέσεις μέσα σε μια κυρίαρχη εμπορευματική πραγματικότητα. Οι καλλιτέχνες που συνδράμουν στην έρευνα αυτή και οι θεατές θα την επαληθεύσουν ή θα την διαψεύσουν στη βάση μιας εμπειρικής φαινομενολογίας. Το να προβάλεις πάνω στη μικρο-κοινωνική πραγματικότητα της καντίνας τα μακρο-φαινόμενα του κοινωνικού εαυτού, είναι ένας τρόπος να εστιάσεις στην μορφή των κοινωνικών δομών. Πράγματι η προσπάθεια επικεντρώνεται σε εκείνη τη δέσμη εικαστικών έργων και ποιημάτων που τονίζουν την εγγενή ασυνέχεια, το ανοιχτό, το εύθραυστο, το εύπλαστο του κοινωνικού στοιχείου, π.χ. της κοινωνικότητας της καντίνας.
Η Μαρία Παπαλεξίου ισοδυναμεί την καντίνα με θέατρο γεγονότων. Στη σκιά των γεγονότων, των συμβάντων γύρω από την καντίνα, οργανώνει τη συμβολική κατασκευή του όλου, με αναφορά στα μέλη της κοινωνίας. Ονοματίζει αυτοκόλλητα χαρτάκια ως τα καθίσματα της πλατείας του θεάτρου, από περαστικούς και πελάτες, σε μια διατεταγμένη μαύρη ενανθρώπινη σκιά της καντίνας. Ο Λεωνίδας Γκέλος αναζητώντας ένα καθολικό σύμβολο με σκοπό να δημιουργήσει ένα ατράνταχτο θεμέλιο συναισθητικής εμπειρίας, διερευνά την μνήμη της μυρωδιάς της καντίνας, αναδημιουργώντας το φαλκιδευμένο αστέρι της Βεργίνας με βρώσιμα υλικά. Ψωμί για το σχήμα του αστεριού, μουστάρδα για το χρυσό, κέτσαπ για το αίμα αποτελούν το απότοκο, την αμφισημία του παρελθόντος, όταν εγκαθίσταται ως γόνιμη ιστοριογράφηση του παρόντος. Αν το ένστικτο για την πείνα λειτουργεί ως μοχλός κοινωνικής συμπεριφοράς, η λαιμαργία και η αμοραλιστική επιδίωξη ικανοποίησής της μπορεί να συμβάλει σε συγκρουσιακές συμπεριφορές διεκδίκησης. Τότε είναι δύσκολη η διατήρηση της +τροφικότητας ως ευταξία. Τα συμβολικά νοήματα που αποκτούν οι υλικές συνθήκες ζωής στο πλαίσιο της κοινωνικής συνεύρεσης μπορούν να μετατρέψουν το περιβάλλον ενός +τροφικού μοιράσματος σε παρακμιακή αντιπαλότητα. Δύο λαίμαργοι δια-βρώνουν τις σχέσεις τους στο έργο της Γεσθημανής Χατζή.
Η Παναγιώτα Κορωνιού αποπειράται να εφεύρει την εννοιολογική θεότητα των δρόμων. Χαράσσει στο ξύλινο υπόβαθρο ένα χειρονομιακό σταυρό πλασμένο με υπολείμματα φραπέ που συγκρατεί λίγα σκουπιδάκια, την υλική ευθραυστότητα του χρόνου και την ανεξερεύνητη θρησκεία των διαδρομών. Το έργο της «κρεμάται» επί του διαχωριστικού της καμπίνας του οδηγού ως ένα είδος φυλαχτού. Μια ναυαγισμένη καντίνα-φάντασμα του Χρήστου Ιωαννίδη θα επιπλέει αγκυροβολημένη στην ανήσυχη γεωγραφία των συσσωρευμένων μπάζων από την ανακατασκευή του παραλιακού πεζόδρομου κοντά στο άγαλμα του Καραμανλή. Η εκφυλισμένη καντίνα-φάντασμα κοντράρει στη φωταψία της πόλης ως μια ανεξέλεγκτη εικόνα-ιδεόγραμμα της κοινωνικής αφαίρεσης που αποτελεί «η πόλη». Με την ορμή της πολιτικής κατάρρευσης, μακριά από κάθε εύτακτη οργάνωση, ανιδιοτελής και υπαινικτική, στέκει σαν μια νευρική διέγερση και οργανώνει τον μη-τόπο σαν οπτικό παράδοξο.
Η προσδοκία για μια λαϊκής νοοτροπίας κοινωνική ζωή γύρω από την καντίνα επισημαίνει τις αντιθέσεις από μια σειρά αλληλένδετων συμβάντων: πείνασα, θα φάω κάτι πρόχειρο σε πορσελάνινο πιάτο με ανοξείδωτο σερβίτσιο. Αυτή η λανθάνουσα απεικονιστική δομή αναβαθμίζει την λαϊκή καρτ-ποστάλ της καντίνας στην άκρη του δρόμου (αντίστιξη της ειδυλλιακής αμμουδιάς) σε προσδοκώμενο δείπνο. Αλλοιώνοντας την εσωτερική συνοχή, σμικρύνοντας το χώρο-κρησφύγετο της Δούρειας καντίνας, η εστέτ εικόνα μιας τραπεζαρίας με περιορισμένο αριθμό καθισμάτων αποκτά διαφοροποιητική σημασία. Το ζωγραφισμένο-απεικονιστικά στρωμένο τραπέζι του Νικόλα Αντωνίου λειτουργεί ως διασκεδαστική φάρσα σε μια κοσμική γιορτή αλλά και ως αποτύπωμα πληρότητας της «καντινιέρικης ζωής». Σε αυτήν την καινούργια αταξία γύρω από την καντίνα, ο Θωμάς Μακιναντζής εγκαθιστά ένα βαρέλι σιτάρι καρφωμένο με ένα κοντάρι στήριξης ενός περιστερώνα σε σχήμα καντίνας. Ως εικαστικό αίνιγμα για έναν παραδειγματικό πλουραλισμό σίτισης, η Δούρεια καντίνα-περιστερώνας απεικονίζει την αποθεσμοθετημένη γυμνή ζωή των περιστεριών της δημόσιας πλατείας.
Η Πένυ Κορρέ και η Ηλέκτρα Μάιπα συσσωρεύουν την ανορθολογικότητα και την παραδοξότητα της φιλοσοφίας σε ένα παιχνίδι με μπαλόνια. Τα εφτά παράδοξα του Ευβουλίδη, Μεγαρέα Φιλοσόφου του 4ου π.Χ. αιώνα, αποκρύπτονται μέσα σε φουσκωμένα δούρεια μπαλόνια. Οι θαμώνες της καντίνας θα διαλέξουν ένα μπαλόνι, αλλά μόνο με το σπάσιμό του θα τους αποκαλυφθεί το κρυμμένο φιλοσοφικό παράδοξο. Ο Νίκος Πασαλιμανιώτης σχεδιάζει κομίστικα το σήμα της συνολικής δράσης: μια καντίνα υποταγμένη στο δούρειο άλογο, που μέσα στο ά-λογο στοιχείο του φέρει το νοητά αναγνωρίσιμο αντικείμενο της εξαπάτησης. Το σχεδίασμα αυτής της καντίνας παραμένει ωστόσο μια αυθαίρετη, ασυμμόρφωτη, παραβατική παρουσία σε γεγονότα καταστολής (διείσδυση της καντίνας στην κατειλημμένη πλατεία Συντάγματος το καλοκαίρι του 2011) που κινείται με τη σιγουριά ασθενοφόρου, σταθμεύει με την άνεση ενός βαν τηλεοπτικού συνεργείου και περιφέρει το συσσίτιο των πολιορκημένων.
Η Κική Στούμπου με ένα ελαστικό πανί 100 μέτρων θα συνενώνει την εικαστική φόρμα της καντίνας σε ομοχωρία, ως αυλαία της καθημερινής «πράξης» της έκθεσης. Έτσι, σε όλη τη διάρκεια της ημέρας μέχρι το απογευματινό άνοιγμα της δράσης, οι περαστικοί θα αντικρίζουν την συναρμογή των έργων σε έναν μαύρο μπόγο. Ο Δούρειος χώρος, κατ’ αυτόν τον τρόπο, αναδομείται επαρκώς ως μια αποεδαφοποιημένη συνθήκη, παράγοντας μια καινούργια αντι-στρουκτουραλιστική φόρμα αισθητικής και αναδεικνύοντας το κοινωνικό παίγνιο των καλλιτεχνών σε πεδίο παρατήρησης. Μια αξιολόγηση της αισθητικής θα ήταν άραγε ικανή να παράγει κοινωνικό δίκαιο;
Πώς γίνεσαι κοινωνός στο κοινωνικό όλον; Η απάντηση αναλογεί σε όλα τα προαναφερθέντα έργα. Τα κοινωνικά παίγνια στην καντίνα αναλογούν στους ρόλους, τις προδιαθέσεις και τις καταστασιακές αντιδράσεις του κοινωνικού. Μπορεί η καλλιτεχνική μεταγραφή της «αύρας» ενός περιβάλλοντος κοινωνικής σχέσης (μιας καντίνας) να εξαλείψει τον τελεολογικό λειτουργισμό της ως φθηνός τρόπος διατροφής και να αναπτύξει τη διαχείριση μιας τόσο κατακερματισμένης ασυνεχούς εύθραυστης κοινωνικής οργάνωσης;
Η ποίηση των Παναγιώτη Αρβανίτη, Λένας Καλλέργη, Ναταλίας Κατσού, Ανέστη Μελιδώνη, Θοδωρς Παπαϊωάννου, Μάγδας Χριστοπούλου, ως ιστός άνευ ραφής, ακούγεται ψιθυριστά στο δημόσιο χώρο ενώ πιο δυνατά στην καμπίνα του οδηγού, μεταφέροντας θραύσματα ποιητικών εικονοποιήσεων: η καντίνα γεμίζει με την αύρα των δρόμων· πολλές φορές λειτουργεί ως ψυχιατρική κλινική· μυρίζει αυτοκινούμενες σκέψεις μακραίωνης κάπνας μέσα και έξω από το θόρυβο της πόλης, μαθαίνοντάς σου πως να τρως «δεκαδάχτυλα» την τροφή· η καντίνα γίνεται το σταυροδρόμι μιας πορείας που ανήκει σε όλους και σε κανέναν και οι ιδιοκτήτες είναι συνένοχοι σε μια διαρκή δολοφονία· ακούγοντας ποίηση, ίσως αντιληφθείς την προπαγάνδα· θα απαντήσεις πόσο κάνει το παράξενο φαγητό, θα μάθεις πως ξεδιψά ο φόβος, θα μάθεις πως να ψήνεις μόνο καφέ και τυρόπιτα, να γράφεις ποίηση εν είδει εσωτερικής αιμορραγίας. Τίποτα δεν είναι αυτοδίδακτο.
Χάρης Κοντοσφύρης
Φλώρινα, 2/10/2011
---
Ευχαριστούμε τους:
Βασίλη Ρούβαλη, Γιάννη Ζιώγα, Ειρήνη Μώρου, Ρένα Γουμπερίτση, Γιώργο Κορμπάκη, Αργύρη Ρήμο, Κώστα Γκράτσα, Νίκο Ζαρωνάκη, Νίκο Μυκωνιάτη, Γιώργο Βασιλόπουλο, Ειρήνη Βλάχου, Ματούλα Σκαλτσά, Χαρά Τσουβαλά Χριστίνα Πλούτογλου, Κατερίνα Νασιώκα, Αθηνά Δασκαλάκη και Δημήτρη Τσοκάκη.