Ι. Συνέχιση της αντιλαϊκής πολιτικής.
Η δημοσιοποίηση της συμφωνίας ανάμεσα στη συγκυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ και τους «τρεις θεσμούς» (όπως συμφώνησαν να αποκαλούν την τρόικα) επιβεβαιώνει ότι αυτό που συνυπέγραψαν οι δύο πλευρές αποτελεί συνέχιση της αντιλαϊκής πολιτικής. Τα βασικά χαρακτηριστικά του προηγούμενου προγράμματος, όπως η αυστηρή επιτήρηση, η αξιολόγηση πριν από την εκταμίευση των δόσεων και η δέσμευση σε συγκεκριμένες αντιλαϊκές - αντεργατικές κατευθύνσεις, παραμένουν αυτούσια στη νέα συμφωνία.
Είναι πλέον καθαρό ότι η λεγόμενη «μνημονιακή» πολιτική, - όπως και να ονομαστεί, - αφορά ουσιαστικά αναδιαρθρώσεις, οι οποίες εξυπηρετούν τις στρατηγικές ανάγκες του κεφαλαίου που θα υπηρετήσουν όλες οι αστικές κυβερνήσεις. Οι μεταρρυθμίσεις που περιέλαβε στο κείμενο της συμφωνίας διαμορφώνουν πολιτικές σε βάθος χρόνου και θα αποτελέσουν τη «μαγιά» για τη διαμόρφωση του λεγόμενου «συμβολαίου με την ΕΕ» μετά τη λήξη του τετραμήνου.
Ο λαός έχει πλέον μπροστά του ανοιχτά όλα τα χαρτιά και ανάλογα πρέπει να διαμορφώσει τη στάση του. Όχι μόνο όσοι με βαριά καρδιά ψήφισαν τον ΣΥΡΙΖΑ, αλλά και εκείνοι που ακούμπησαν πάνω του τις ελπίδες για κάτι καλύτερο, διαβάζοντας τους τίτλους και όχι την ουσία όσων έλεγε προεκλογικά.
Ο ΣΥΡΙΖΑ προεκλογικά δεσμευόταν προς το κεφάλαιο και τους επιχειρηματικούς ομίλους για στήριξη της ανταγωνιστικότητας και της καπιταλιστικής ανάκαμψης. Σ' αυτή την κατεύθυνση είναι οι «μεταρρυθμίσεις» που περιγράφονται στη συμφωνία με το Γιούρογκρουπ. Σ' αυτή τη γενική κατεύθυνση είναι ενταγμένα και τα μέτρα που θα ανακούφιζαν δήθεν το λαό. Γι' αυτό η συγκυβέρνηση συναρτά την εφαρμογή τους με τις γενικότερες εξελίξεις στην οικονομία και την ανάκαμψη της ανταγωνιστικότητας. Ας πάρουμε το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα, αυτό της αύξησης του κατώτατου μισθού. Προεκλογικά, ο ΣΥΡΙΖΑ πουθενά δεν είπε ότι θα φέρει τα 751 ευρώ με ένα νόμο. Πατώντας στις γενικόλογες εξαγγελίες της, η συγκυβέρνηση μίλησε για σταδιακή αποκατάσταση, σε συνεννόηση με τους «κοινωνικούς εταίρους». Στη συμφωνία με το Γιούρογκρουπ, η συγκεκριμένη εξαγγελία πήρε την πραγματική της μορφή: Αυξήσεις στον κατώτατο μισθό θα γίνουν μόνο όταν το επιτρέψει η ανταγωνιστικότητα της καπιταλιστικής οικονομίας. Αυτό μάλιστα θα το κρίνουν οι «κοινωνικοί εταίροι» και οι ξένοι θεσμοί. Επιπλέον, η όποια αύξηση στον κατώτατο μισθό θα πρέπει να αντανακλά την πορεία της οικονομίας και την ανταγωνιστικότητα. Αυτές, όμως, οι προϋποθέσεις δεν απέχουν πολύ απ' όσα προβλέπει ο νόμος 4172/2013, που ψήφισε η προηγούμενη συγκυβέρνηση για το μηχανισμό διαμόρφωσης του κατώτατου μισθού, σε συνάρτηση με την ανταγωνιστικότητα της οικονομίας.
Στο διά ταύτα: Αποδεικνύεται ακόμη μια φορά ότι ο στόχος της ανάκαμψης του κεφαλαίου έχει σταθερά αντιλαϊκό αποτέλεσμα, αποδεικνύεται ότι εντός των τειχών της Ευρωπαϊκής Ένωσης δεν μπορεί να υπάρξει διαπραγμάτευση υπέρ του λαού.
Γραμμή άμυνας και βάση για την οργάνωση της αντεπίθεσης είναι η οργάνωση της πάλης για την ανάκτηση όλων των απωλειών από τα χρόνια της κρίσης, το ξήλωμα όλων των εφαρμοστικών νόμων, που συνιστά πραγματική κατάργηση των μνημονίων.
Η εργατική τάξη, τα λαϊκά στρώματα μπορούν να τα καταφέρουν, οργανώνοντας τον αγώνα και τη συμμαχία τις, παλεύοντας για έναν άλλο δρόμο ανάπτυξης, που θα υπηρετεί τις σύγχρονες λαϊκές ανάγκες, με αποδέσμευση από την ΕΕ, με μονομερή διαγραφή του χρέους, με κοινωνικοποίηση των μονοπωλίων και με το λαό στην εξουσία.
ΙΙ. Αστικά ΜΜΕ: Είδαν «φως» και λάλησαν!
Σταθερά προσανατολισμένα ταξικά στη στήριξη των συμφερόντων του ελληνικού κεφαλαίου τα αστικά ΜΜΕ, ούτε στιγμή δεν δίστασαν να στηρίξουν προπαγανδιστικά τη νέα κυβέρνηση, παρά τις όποιες αποχρώσεις, κριτικές παρατηρήσεις και συμβουλές. Έπιασαν, λοιπόν, δουλειά προσπαθώντας να αποκωδικοποιήσουν τα μηνύματα της συγκυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ, να βάλουν πλάτη στη «σκληρή» διαπραγμάτευσή της αλλά και να διαλαλήσουν τα αποτελέσματά της. Μάλιστα, μια μέρα πριν από τη μέρα συνεδρίασης του Γιούρογκρουπ στις 20 Φλεβάρη, το ηλεκτρονικό «Βήμα» προετοίμαζε: «Συμφωνία ανάσα. Ξεπερνιέται ο σκόπελος της 28ης Φεβρουαρίου - Ασφαλείς οι τράπεζες». Μια μέρα μετά, στις 21 Φλεβάρη, όλες οι αστικές εφημερίδες σημείωναν τη δήλωση του Αλ. Τσίπρα ότι «αποτρέψαμε το σχέδιο των τυφλών, συντηρητικών δυνάμεων να προκαλέσουν ασφυξία στη χώρα» και τα συνοδευτικά ρεπορτάζ εξυμνούσαν την Λαγκάρντ για τη μεσολάβησή της να βρεθεί λύση.
Η αστική προπαγάνδα, σ' αυτήν την κρίσιμη φάση, δεν λειτούργησε μόνη της. Είχε απόλυτη ενίσχυση, στα όρια των «προπαρασκευαστικών πυρών», από το ίδιο το Μαξίμου: Ο Θ. Καρτερός, με άρθρο του στην «Αυγή» κατέφυγε σε ένα εκτός κάθε ορίου τέχνασμα: Πήρε το γνωστό από παλιά προπαγανδιστικό ερώτημα «μη ρωτάς τι κάνει η πατρίδα για σένα, να λες τις κάνεις εσύ για την πατρίδα» και στη θέση της «πατρίδας» έβαλε την κυβέρνηση, για να αξιώσει όχι μόνο από τους ψηφοφόρους του ΣΥΡΙΖΑ αλλά από το σύνολο των πολιτών αυτής της χώρας να αποδείξουν ότι αγαπάνε την κυβέρνηση με πράξεις!
Με βάση την κυβερνητική αφήγηση, σύμφωνα με την οποία «η κυβέρνηση απέφυγε την παγίδα και αντί να βρεθεί σε ανεξέλεγκτη κατάσταση υπέγραψε συμβιβασμό», οι αναλυτές στον αστικό Τύπο ανέλαβαν να εμφανίσουν τον «συμβιβασμό» και ως νίκη! Διαβάζουμε, λοιπόν, για τον ΣΥΡΙΖΑ που «περνάει στο στάδιο της πραγματικής ωρίμανσης». Διπλωματικοί κύκλοι εμφανίζονται να συγκρίνουν, - επαινώντας για τις μεταλλάξεις του, - τον Τσίπρα με τον Γιόσκα Φίσερ των Πρασίνων της Γερμανίας (αυτόν που στην κορύφωση της καριέρας του αξίωνε να ενταθούν οι βομβαρδισμοί στη Γιουγκοσλαβία) να βρίσκεται στην πρώτη γραμμή. Στο αποκορύφωμα κι αφού έχουν διατεθεί ήδη (στο «Βήμα») 20 σελίδες στο θέμα, δίνονται στην κυβέρνηση συμβουλές για το πώς θα φέρει σε «πανικό το Βερολίνο» (σ.σ. επί λέξει!) προσλαμβάνοντας δικηγορικά και διαφημιστικά γραφεία.
Μέσα σ' έναν τέτοιο ορυμαγδό νικηφόρων αποτελεσμάτων, ακόμα και η «Καθημερινή» γράφει: «Ο συμβιβασμός επί του οποίου εργάζεται τώρα ο κ. Τσίπρας δεν είναι προϊόν δειλίας ή ύποπτων κινήτρων (...) Υπάρχει χώρος στη νέα συμφωνία για μέτρα στήριξης των ασθενέστερων και την πάταξη της φοροδιαφυγής και της διαφθοράς (...) Αν συνεννοηθούν όλες οι πολιτικές δυνάμεις μαζί μπορούμε να αφήσουμε πίσω μας τον καταραμένο, επίπλαστο διχασμό. Να εργαστούμε όλοι για να γίνουν όλα όσα χρειάζονται» αναφέρεται στο κύριο άρθρο. Τον τόνο του πραγματισμού στην «Καθημερινή» τον δίνει ο ίδιος ο υπουργός Οικονομίας, Γ. Σταθάκης, με τη διαβεβαίωση ότι «όσες ιδιωτικοποιήσεις έχουν υλοποιηθεί μέχρι σήμερα δεν πρόκειται να ανατραπούν»! Κατόπιν τούτων, δεν εκπλήσσει το γεγονός ότι και η εφημερίδα «Δημοκρατία» που φιλοξενεί στελέχη της ΝΔ, στο κύριο άρθρο να αναφέρει: «Ούτε πανηγυρισμοί αλλά ούτε και μεμψιμοιρίες (...) Όποιος είναι καλοπροαίρετος οφείλει να αναγνωρίσει ότι έγινε ένα σημαντικό βήμα (...) Δεν συμφωνήθηκαν νέα μέτρα, δεν προβλέπονται άλλες περικοπές και μειώσεις, δεν έρχεται πρόσθετη αφαίμαξη εισοδημάτων (...) Το ποτήρι μπορεί πια ν' αρχίσει να γεμίζει».
Όταν οι εργαζόμενοι και τα λαϊκά στρώματα βλέπουν τα αστικά ΜΜΕ, αυτούς δηλαδή που μέχρι πριν από μερικούς μήνες στήριζαν με κάθε τρόπο τα μνημονιακά μέτρα, στήριζαν κάθε είδους αντιλαϊκή αλλαγή παλιότερα, αποτέλεσαν στηρίγματα όλων των προηγούμενων κυβερνήσεων, να δίνουν τα ρέστα τους για την υποστήριξη της σημερινής συγκυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ, τότε μάλλον θα πρέπει να προβληματίζονται διπλά.
ΙΙΙ. Προσπαθεί να εξαπατήσει τα λαϊκά στρώματα.
Όπως η σουπιά που ρίχνει το μελάνι της για να θολώσει τα νερά, έτσι και η συγκυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ προσπαθεί να εξαπατήσει τα λαϊκά στρώματα ότι η συμφωνία με τους «θεσμούς» του κεφαλαίου (ΕΕ, Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και Διεθνές Νομισματικό Ταμείο) σηματοδοτεί μια «αλλαγή πορείας που θα ανακουφίσει το λαό». Όμως, είναι πρόκληση να προσπαθεί να φορτώσει στο λαό την ευθύνη για τις συμφωνίες που υπογράφει, με το επιχείρημα πως ο λαός στις εκλογές έδωσε σαφή εντολή για συμφωνία και όχι ρήξη με την ΕΕ!
Αλήθεια, ας αναρωτηθούν οι εργαζόμενοι, οι άνθρωποι των φτωχών λαϊκών στρωμάτων που ψήφισαν τον ΣΥΡΙΖΑ: Τον ψήφισαν, γνωρίζοντας ότι θα συνεχίσει την αντιλαϊκή στρατηγική των μνημονίων; Ότι θα συνεχιστούν η επιτήρηση, η τρόικα με άλλο όνομα, οι ισοσκελισμένοι προϋπολογισμοί λιτότητας, οι ιδιωτικοποιήσεις; Τον ψήφισαν γνωρίζοντας ότι θα αφήσει απείραχτο όλο το μνημονιακό αντιλαϊκό πλαίσιο; Τους νόμους και την πολιτική που φόρτωσαν τα βάρη της κρίσης στο λαό; Πώς νιώθουν, άραγε, σήμερα που την ψήφο τους την αξιοποιεί η σημερινή συγκυβέρνηση για τη συνέχιση της αντιλαϊκής πολιτικής, κοροϊδεύοντάς τους κατάμουτρα;
Βεβαίως, είναι γεγονός ότι η συντριπτική πλειοψηφία αυτών που ψήφισαν τον ΣΥΡΙΖΑ δεν ήθελε σύγκρουση με την ΕΕ, την Ευρωζώνη και τον καπιταλιστικό δρόμο ανάπτυξης. Όμως, τι ήταν αυτό που τους υποσχόταν ο ΣΥΡΙΖΑ, συμβάλλοντας ουσιαστικά στην ανάσχεση κάθε τάσης ριζοσπαστικοποίησης και υπονομεύοντας κάθε ριζοσπαστική διάθεση; Ότι αρκεί μια αλλαγή κυβέρνησης, μια αλλαγή διαχείρισης, χωρίς βεβαίως καμιά διάθεση ρήξης με την ΕΕ και τον καπιταλισμό για να ανασάνει ο λαός! Αυτά τους έλεγε προεκλογικά και πολύ πιο πριν, ενώ, ταυτόχρονα, συκοφαντούσε το ΚΚΕ, που καλούσε το λαό να διαλέξει τη σύγκρουση με την ΕΕ και τον καπιταλιστικό δρόμο ανάπτυξης, ότι δήθεν παραπέμπει τη σωτηρία του λαού στη «δευτέρα παρουσία». Αυτή η λογική δεν άντεξε ούτε ένα μήνα όσο κι αν προσπαθούν να αλλάξουν τα ονόματα της αντιλαϊκής πολιτικής, της πολιτικής στήριξης του κεφαλαίου. Δεν αλλάζει η ουσία.
Τα λαϊκά στρώματα, έστω με πολλές αυταπάτες, δεν μάτωσαν τα προηγούμενα χρόνια με τους άλλους διαχειριστές του συστήματος, - τη ΝΔ και το ΠΑΣΟΚ, - για να βρεθούν και σήμερα αντιμέτωπα με παρόμοια αντιλαϊκά μέτρα. Όμως, όσο και αν καλλιεργούνται, - με τη στήριξη και των ισχυρών μηχανισμών των ΜΜΕ των μεγαλοκαπιταλιστών, - η αναμονή και η υπομονή για τη νέα δήθεν «εθνική προσπάθεια που απαιτεί συναίνεση», τα πρώτα βήματα της νέας συγκυβέρνησης στον ίδιο δρόμο των δεσμεύσεων στην ΕΕ και της κερδοφορίας των μονοπωλίων, δεν προμηνύουν τίποτε το καλό για τους εργαζόμενους και τα λαϊκά στρώματα. Ο λαός μας έχει συσσωρευμένη εμπειρία και μπορεί να κρίνει πού οδήγησαν οι θυσίες όλα τα προηγούμενα χρόνια για τη διάσωση της πλουτοκρατίας, θυσίες που του ζητείται να συνεχίσει. Γι' αυτό δεν πρέπει να σκύψει το κεφάλι και να μετατραπεί σε κλακαδόρο της κυβέρνησης. Μονόδρομος για το λαό είναι η πάλη για την ανάκτηση των απωλειών, τη διεκδίκηση των σύγχρονων εργατικών - λαϊκών αναγκών, η πάλη για το ξήλωμα του αντεργατικού - αντιλαϊκού πλαισίου, η ρήξη με την ΕΕ, το κεφάλαιο και την εξουσία τους.
Η δημοσιοποίηση της συμφωνίας ανάμεσα στη συγκυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ και τους «τρεις θεσμούς» (όπως συμφώνησαν να αποκαλούν την τρόικα) επιβεβαιώνει ότι αυτό που συνυπέγραψαν οι δύο πλευρές αποτελεί συνέχιση της αντιλαϊκής πολιτικής. Τα βασικά χαρακτηριστικά του προηγούμενου προγράμματος, όπως η αυστηρή επιτήρηση, η αξιολόγηση πριν από την εκταμίευση των δόσεων και η δέσμευση σε συγκεκριμένες αντιλαϊκές - αντεργατικές κατευθύνσεις, παραμένουν αυτούσια στη νέα συμφωνία.
Είναι πλέον καθαρό ότι η λεγόμενη «μνημονιακή» πολιτική, - όπως και να ονομαστεί, - αφορά ουσιαστικά αναδιαρθρώσεις, οι οποίες εξυπηρετούν τις στρατηγικές ανάγκες του κεφαλαίου που θα υπηρετήσουν όλες οι αστικές κυβερνήσεις. Οι μεταρρυθμίσεις που περιέλαβε στο κείμενο της συμφωνίας διαμορφώνουν πολιτικές σε βάθος χρόνου και θα αποτελέσουν τη «μαγιά» για τη διαμόρφωση του λεγόμενου «συμβολαίου με την ΕΕ» μετά τη λήξη του τετραμήνου.
Ο λαός έχει πλέον μπροστά του ανοιχτά όλα τα χαρτιά και ανάλογα πρέπει να διαμορφώσει τη στάση του. Όχι μόνο όσοι με βαριά καρδιά ψήφισαν τον ΣΥΡΙΖΑ, αλλά και εκείνοι που ακούμπησαν πάνω του τις ελπίδες για κάτι καλύτερο, διαβάζοντας τους τίτλους και όχι την ουσία όσων έλεγε προεκλογικά.
Ο ΣΥΡΙΖΑ προεκλογικά δεσμευόταν προς το κεφάλαιο και τους επιχειρηματικούς ομίλους για στήριξη της ανταγωνιστικότητας και της καπιταλιστικής ανάκαμψης. Σ' αυτή την κατεύθυνση είναι οι «μεταρρυθμίσεις» που περιγράφονται στη συμφωνία με το Γιούρογκρουπ. Σ' αυτή τη γενική κατεύθυνση είναι ενταγμένα και τα μέτρα που θα ανακούφιζαν δήθεν το λαό. Γι' αυτό η συγκυβέρνηση συναρτά την εφαρμογή τους με τις γενικότερες εξελίξεις στην οικονομία και την ανάκαμψη της ανταγωνιστικότητας. Ας πάρουμε το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα, αυτό της αύξησης του κατώτατου μισθού. Προεκλογικά, ο ΣΥΡΙΖΑ πουθενά δεν είπε ότι θα φέρει τα 751 ευρώ με ένα νόμο. Πατώντας στις γενικόλογες εξαγγελίες της, η συγκυβέρνηση μίλησε για σταδιακή αποκατάσταση, σε συνεννόηση με τους «κοινωνικούς εταίρους». Στη συμφωνία με το Γιούρογκρουπ, η συγκεκριμένη εξαγγελία πήρε την πραγματική της μορφή: Αυξήσεις στον κατώτατο μισθό θα γίνουν μόνο όταν το επιτρέψει η ανταγωνιστικότητα της καπιταλιστικής οικονομίας. Αυτό μάλιστα θα το κρίνουν οι «κοινωνικοί εταίροι» και οι ξένοι θεσμοί. Επιπλέον, η όποια αύξηση στον κατώτατο μισθό θα πρέπει να αντανακλά την πορεία της οικονομίας και την ανταγωνιστικότητα. Αυτές, όμως, οι προϋποθέσεις δεν απέχουν πολύ απ' όσα προβλέπει ο νόμος 4172/2013, που ψήφισε η προηγούμενη συγκυβέρνηση για το μηχανισμό διαμόρφωσης του κατώτατου μισθού, σε συνάρτηση με την ανταγωνιστικότητα της οικονομίας.
Στο διά ταύτα: Αποδεικνύεται ακόμη μια φορά ότι ο στόχος της ανάκαμψης του κεφαλαίου έχει σταθερά αντιλαϊκό αποτέλεσμα, αποδεικνύεται ότι εντός των τειχών της Ευρωπαϊκής Ένωσης δεν μπορεί να υπάρξει διαπραγμάτευση υπέρ του λαού.
Γραμμή άμυνας και βάση για την οργάνωση της αντεπίθεσης είναι η οργάνωση της πάλης για την ανάκτηση όλων των απωλειών από τα χρόνια της κρίσης, το ξήλωμα όλων των εφαρμοστικών νόμων, που συνιστά πραγματική κατάργηση των μνημονίων.
Η εργατική τάξη, τα λαϊκά στρώματα μπορούν να τα καταφέρουν, οργανώνοντας τον αγώνα και τη συμμαχία τις, παλεύοντας για έναν άλλο δρόμο ανάπτυξης, που θα υπηρετεί τις σύγχρονες λαϊκές ανάγκες, με αποδέσμευση από την ΕΕ, με μονομερή διαγραφή του χρέους, με κοινωνικοποίηση των μονοπωλίων και με το λαό στην εξουσία.
ΙΙ. Αστικά ΜΜΕ: Είδαν «φως» και λάλησαν!
Σταθερά προσανατολισμένα ταξικά στη στήριξη των συμφερόντων του ελληνικού κεφαλαίου τα αστικά ΜΜΕ, ούτε στιγμή δεν δίστασαν να στηρίξουν προπαγανδιστικά τη νέα κυβέρνηση, παρά τις όποιες αποχρώσεις, κριτικές παρατηρήσεις και συμβουλές. Έπιασαν, λοιπόν, δουλειά προσπαθώντας να αποκωδικοποιήσουν τα μηνύματα της συγκυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ, να βάλουν πλάτη στη «σκληρή» διαπραγμάτευσή της αλλά και να διαλαλήσουν τα αποτελέσματά της. Μάλιστα, μια μέρα πριν από τη μέρα συνεδρίασης του Γιούρογκρουπ στις 20 Φλεβάρη, το ηλεκτρονικό «Βήμα» προετοίμαζε: «Συμφωνία ανάσα. Ξεπερνιέται ο σκόπελος της 28ης Φεβρουαρίου - Ασφαλείς οι τράπεζες». Μια μέρα μετά, στις 21 Φλεβάρη, όλες οι αστικές εφημερίδες σημείωναν τη δήλωση του Αλ. Τσίπρα ότι «αποτρέψαμε το σχέδιο των τυφλών, συντηρητικών δυνάμεων να προκαλέσουν ασφυξία στη χώρα» και τα συνοδευτικά ρεπορτάζ εξυμνούσαν την Λαγκάρντ για τη μεσολάβησή της να βρεθεί λύση.
Η αστική προπαγάνδα, σ' αυτήν την κρίσιμη φάση, δεν λειτούργησε μόνη της. Είχε απόλυτη ενίσχυση, στα όρια των «προπαρασκευαστικών πυρών», από το ίδιο το Μαξίμου: Ο Θ. Καρτερός, με άρθρο του στην «Αυγή» κατέφυγε σε ένα εκτός κάθε ορίου τέχνασμα: Πήρε το γνωστό από παλιά προπαγανδιστικό ερώτημα «μη ρωτάς τι κάνει η πατρίδα για σένα, να λες τις κάνεις εσύ για την πατρίδα» και στη θέση της «πατρίδας» έβαλε την κυβέρνηση, για να αξιώσει όχι μόνο από τους ψηφοφόρους του ΣΥΡΙΖΑ αλλά από το σύνολο των πολιτών αυτής της χώρας να αποδείξουν ότι αγαπάνε την κυβέρνηση με πράξεις!
Με βάση την κυβερνητική αφήγηση, σύμφωνα με την οποία «η κυβέρνηση απέφυγε την παγίδα και αντί να βρεθεί σε ανεξέλεγκτη κατάσταση υπέγραψε συμβιβασμό», οι αναλυτές στον αστικό Τύπο ανέλαβαν να εμφανίσουν τον «συμβιβασμό» και ως νίκη! Διαβάζουμε, λοιπόν, για τον ΣΥΡΙΖΑ που «περνάει στο στάδιο της πραγματικής ωρίμανσης». Διπλωματικοί κύκλοι εμφανίζονται να συγκρίνουν, - επαινώντας για τις μεταλλάξεις του, - τον Τσίπρα με τον Γιόσκα Φίσερ των Πρασίνων της Γερμανίας (αυτόν που στην κορύφωση της καριέρας του αξίωνε να ενταθούν οι βομβαρδισμοί στη Γιουγκοσλαβία) να βρίσκεται στην πρώτη γραμμή. Στο αποκορύφωμα κι αφού έχουν διατεθεί ήδη (στο «Βήμα») 20 σελίδες στο θέμα, δίνονται στην κυβέρνηση συμβουλές για το πώς θα φέρει σε «πανικό το Βερολίνο» (σ.σ. επί λέξει!) προσλαμβάνοντας δικηγορικά και διαφημιστικά γραφεία.
Μέσα σ' έναν τέτοιο ορυμαγδό νικηφόρων αποτελεσμάτων, ακόμα και η «Καθημερινή» γράφει: «Ο συμβιβασμός επί του οποίου εργάζεται τώρα ο κ. Τσίπρας δεν είναι προϊόν δειλίας ή ύποπτων κινήτρων (...) Υπάρχει χώρος στη νέα συμφωνία για μέτρα στήριξης των ασθενέστερων και την πάταξη της φοροδιαφυγής και της διαφθοράς (...) Αν συνεννοηθούν όλες οι πολιτικές δυνάμεις μαζί μπορούμε να αφήσουμε πίσω μας τον καταραμένο, επίπλαστο διχασμό. Να εργαστούμε όλοι για να γίνουν όλα όσα χρειάζονται» αναφέρεται στο κύριο άρθρο. Τον τόνο του πραγματισμού στην «Καθημερινή» τον δίνει ο ίδιος ο υπουργός Οικονομίας, Γ. Σταθάκης, με τη διαβεβαίωση ότι «όσες ιδιωτικοποιήσεις έχουν υλοποιηθεί μέχρι σήμερα δεν πρόκειται να ανατραπούν»! Κατόπιν τούτων, δεν εκπλήσσει το γεγονός ότι και η εφημερίδα «Δημοκρατία» που φιλοξενεί στελέχη της ΝΔ, στο κύριο άρθρο να αναφέρει: «Ούτε πανηγυρισμοί αλλά ούτε και μεμψιμοιρίες (...) Όποιος είναι καλοπροαίρετος οφείλει να αναγνωρίσει ότι έγινε ένα σημαντικό βήμα (...) Δεν συμφωνήθηκαν νέα μέτρα, δεν προβλέπονται άλλες περικοπές και μειώσεις, δεν έρχεται πρόσθετη αφαίμαξη εισοδημάτων (...) Το ποτήρι μπορεί πια ν' αρχίσει να γεμίζει».
Όταν οι εργαζόμενοι και τα λαϊκά στρώματα βλέπουν τα αστικά ΜΜΕ, αυτούς δηλαδή που μέχρι πριν από μερικούς μήνες στήριζαν με κάθε τρόπο τα μνημονιακά μέτρα, στήριζαν κάθε είδους αντιλαϊκή αλλαγή παλιότερα, αποτέλεσαν στηρίγματα όλων των προηγούμενων κυβερνήσεων, να δίνουν τα ρέστα τους για την υποστήριξη της σημερινής συγκυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ, τότε μάλλον θα πρέπει να προβληματίζονται διπλά.
ΙΙΙ. Προσπαθεί να εξαπατήσει τα λαϊκά στρώματα.
Όπως η σουπιά που ρίχνει το μελάνι της για να θολώσει τα νερά, έτσι και η συγκυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ προσπαθεί να εξαπατήσει τα λαϊκά στρώματα ότι η συμφωνία με τους «θεσμούς» του κεφαλαίου (ΕΕ, Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και Διεθνές Νομισματικό Ταμείο) σηματοδοτεί μια «αλλαγή πορείας που θα ανακουφίσει το λαό». Όμως, είναι πρόκληση να προσπαθεί να φορτώσει στο λαό την ευθύνη για τις συμφωνίες που υπογράφει, με το επιχείρημα πως ο λαός στις εκλογές έδωσε σαφή εντολή για συμφωνία και όχι ρήξη με την ΕΕ!
Αλήθεια, ας αναρωτηθούν οι εργαζόμενοι, οι άνθρωποι των φτωχών λαϊκών στρωμάτων που ψήφισαν τον ΣΥΡΙΖΑ: Τον ψήφισαν, γνωρίζοντας ότι θα συνεχίσει την αντιλαϊκή στρατηγική των μνημονίων; Ότι θα συνεχιστούν η επιτήρηση, η τρόικα με άλλο όνομα, οι ισοσκελισμένοι προϋπολογισμοί λιτότητας, οι ιδιωτικοποιήσεις; Τον ψήφισαν γνωρίζοντας ότι θα αφήσει απείραχτο όλο το μνημονιακό αντιλαϊκό πλαίσιο; Τους νόμους και την πολιτική που φόρτωσαν τα βάρη της κρίσης στο λαό; Πώς νιώθουν, άραγε, σήμερα που την ψήφο τους την αξιοποιεί η σημερινή συγκυβέρνηση για τη συνέχιση της αντιλαϊκής πολιτικής, κοροϊδεύοντάς τους κατάμουτρα;
Βεβαίως, είναι γεγονός ότι η συντριπτική πλειοψηφία αυτών που ψήφισαν τον ΣΥΡΙΖΑ δεν ήθελε σύγκρουση με την ΕΕ, την Ευρωζώνη και τον καπιταλιστικό δρόμο ανάπτυξης. Όμως, τι ήταν αυτό που τους υποσχόταν ο ΣΥΡΙΖΑ, συμβάλλοντας ουσιαστικά στην ανάσχεση κάθε τάσης ριζοσπαστικοποίησης και υπονομεύοντας κάθε ριζοσπαστική διάθεση; Ότι αρκεί μια αλλαγή κυβέρνησης, μια αλλαγή διαχείρισης, χωρίς βεβαίως καμιά διάθεση ρήξης με την ΕΕ και τον καπιταλισμό για να ανασάνει ο λαός! Αυτά τους έλεγε προεκλογικά και πολύ πιο πριν, ενώ, ταυτόχρονα, συκοφαντούσε το ΚΚΕ, που καλούσε το λαό να διαλέξει τη σύγκρουση με την ΕΕ και τον καπιταλιστικό δρόμο ανάπτυξης, ότι δήθεν παραπέμπει τη σωτηρία του λαού στη «δευτέρα παρουσία». Αυτή η λογική δεν άντεξε ούτε ένα μήνα όσο κι αν προσπαθούν να αλλάξουν τα ονόματα της αντιλαϊκής πολιτικής, της πολιτικής στήριξης του κεφαλαίου. Δεν αλλάζει η ουσία.
Τα λαϊκά στρώματα, έστω με πολλές αυταπάτες, δεν μάτωσαν τα προηγούμενα χρόνια με τους άλλους διαχειριστές του συστήματος, - τη ΝΔ και το ΠΑΣΟΚ, - για να βρεθούν και σήμερα αντιμέτωπα με παρόμοια αντιλαϊκά μέτρα. Όμως, όσο και αν καλλιεργούνται, - με τη στήριξη και των ισχυρών μηχανισμών των ΜΜΕ των μεγαλοκαπιταλιστών, - η αναμονή και η υπομονή για τη νέα δήθεν «εθνική προσπάθεια που απαιτεί συναίνεση», τα πρώτα βήματα της νέας συγκυβέρνησης στον ίδιο δρόμο των δεσμεύσεων στην ΕΕ και της κερδοφορίας των μονοπωλίων, δεν προμηνύουν τίποτε το καλό για τους εργαζόμενους και τα λαϊκά στρώματα. Ο λαός μας έχει συσσωρευμένη εμπειρία και μπορεί να κρίνει πού οδήγησαν οι θυσίες όλα τα προηγούμενα χρόνια για τη διάσωση της πλουτοκρατίας, θυσίες που του ζητείται να συνεχίσει. Γι' αυτό δεν πρέπει να σκύψει το κεφάλι και να μετατραπεί σε κλακαδόρο της κυβέρνησης. Μονόδρομος για το λαό είναι η πάλη για την ανάκτηση των απωλειών, τη διεκδίκηση των σύγχρονων εργατικών - λαϊκών αναγκών, η πάλη για το ξήλωμα του αντεργατικού - αντιλαϊκού πλαισίου, η ρήξη με την ΕΕ, το κεφάλαιο και την εξουσία τους.