Να προσφύγει τώρα η Ελλάδα στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης, εγκαλώντας την ΠΓΔΜ για παραβίαση της Ενδιάμεσης Συμφωνίας, προτείνει ο ειδικός σύμβουλος του ΕΛΙΑΜΕΠ και πρέσβης επί τιμή Αλέξανδρος Μαλλιάς.
Συνέντευξη στην ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ της Κυριακής, στη δημοσιογράφο Αγγελική Σπανού (που κάνει εξαιρετική δουλειά και τη συγχαίρουμε για μια ακόμη φορά! Είναι κόσμημα της δημοσιογραφίας !)
Μιλώντας στη “ΜτΚ”, υποστηρίζει ότι, εάν η ετυμηγορία της Χάγης επί της προσφυγής της ΠΓΔΜ δεν είναι θετική για την ελληνική πλευρά, θα κλονιστεί συθέμελα το πολιτικό υπόβαθρο στο οποίο στηρίχθηκε η πλέον ουσιαστική πλατφόρμα της διαχείρισης και επίλυσης και των προβλημάτων μας με τη Τουρκία (οριοθέτηση υφαλοκρηπίδας).
Η απόφαση του Διεθνούς Δικαστηρίου της Χάγης σε σχέση με την προσφυγή της ΠΓΔΜ θα επηρεάσει τις διαπραγματεύσεις για το ζήτημα της ονομασίας;
Επιτρέψτε μου καταρχάς να σημειώσω ότι η σημερινή κυβέρνηση της ΠΓΔΜ δεν έχει δείξει ούτως ή άλλως ότι επιθυμεί να έχει σχέσεις φιλικές με την Ελλάδα. Οι κυβερνήσεις και οι πολιτικοί δεν κρίνονται και δεν αξιολογούνται από τα λόγια τους αλλά από τα έργα τους, από τις πράξεις και τις παραλείψεις τους. Δεν κρίνονται από τις προθέσεις αλλά από το αποτέλεσμα. Άλλωστε, οι πλέον αρνητικές πράξεις και δράσεις έχουν γίνει με τον μανδύα των καλύτερων προθέσεων.
Η κυβέρνηση του πρωθυπουργού Νικόλα Γκρούεβσκι διακρίνεται από την καλλιέργεια στα εσωτερικά δρώμενα ενός πρωτόγονου για τα ευρωπαϊκά πράγματα λαϊκισμού και αυταρχισμού, τον οποίο, για το μεγαλύτερο διάστημα της θητείας του, συνοδεύει με ένα εξίσου πρωτόγονο και παρωχημένο εθνικισμό που εδράζεται εξολοκλήρου στον αλυτρωτισμό.
Η εχθρική κατά της Ελλάδας προπαγάνδα συνεχίζεται αμείωτη. Και τούτο, παρά το γεγονός ότι από τον Οκτώβριο του 2009 μέχρι σήμερα οι πρωθυπουργοί Παπανδρέου και Γκρούεβσκι έχουν συναντηθεί οκτώ ή εννέα φορές.
Λίγες μέρες πριν από την τελευταία τους συνάντηση, ο κ. Γκρούεβσκι, ο πρόεδρος Ιβανόφ και άλλοι αξιωματούχοι είχαν μιλήσει απαξιωτικά για την Ελλάδα. Η συμπεριφορά αυτή δεν συνιστά παράβαση της Ενδιάμεσης Συμφωνίας; Η χρήση της σημαίας με το δεκαεξάκτινο αστέρι (αστέρι της Βεργίνας) σε όλες τις δημόσιες εμφανίσεις του Γκρούεβσκι και των λοιπών Σλαβομακεδόνων, μελών της κυβέρνησης των Σκοπίων, δεν συνιστά παραβίαση των κανόνων της Ενδιάμεσης Συμφωνίας;
Οι αλυτρωτικές διαθέσεις προκύπτουν επίσης από τις καθημερινές πράξεις και τις δηλώσεις της κυβέρνησης των Σκοπιών. Επίσης, από τον αμείωτο ρυθμό μη φιλικών προς την Ελλάδα ενεργειών που κατευθύνονται με συνεχείς οδηγίες του υπουργείου Εξωτερικών της ΠΓΔΜ. Εκείνο όμως που με ανησυχεί περισσότερο είναι ο τρόπος με τον οποίο αναδεικνύεται η Ελλάδα μέσα από το εκπαιδευτικό και επικοινωνιακό σύστημα της γείτονος.
Τι εννοείτε;
Με ανησυχεί το γεγονός ότι η Ελλάδα εμφανίζεται, στην καλύτερη περίπτωση, ως ο προβληματικός και δύστροπος γείτονας και, στη χειρότερη, ως ο εχθρός. Νομίζω ότι χάνουμε τη νέα γενιά στη γειτονική μας χώρα, πράγμα που οι κυβερνήσεις στην Αθήνα δείχνουν να μην το αντιλαμβάνονται. Όταν οι νέοι στην ΠΓΔΜ στα μαθητικά και στα φοιτητικά τους χρόνια, αλλά και στις στρατιωτικές ακαδημίες, διδάσκονται ότι η Ελλάδα είναι ή, εν πάση περιπτώσει, συμπεριφέρεται κατά τρόπο εχθρικό, πώς θέλετε να αλλάξουν προσλαμβάνουσες παραστάσεις και συμπεριφορά όταν γίνονται στρατιωτικοί, διπλωμάτες, δημοσιογράφοι, πολιτικοί; Όταν δρουν ως ενεργοί πολίτες;
Ορισμένοι από εμάς, που έχουμε ασχοληθεί σε βάθος, συνεχώς και συστηματικά, την τελευταία εικοσαετία με το ζήτημα, επισημαίνουμε την ανησυχητική αυτή διάσταση. Για μένα, και το υπογραμμίζω αυτό μέσα από τη «ΜτΚ», η συγκεκριμένη διάσταση των σχέσεών μας με τη νέα γενιά Σλαβομακεδόνων είναι επείγον ζήτημα. Τολμώ, δε, να πω ότι είναι πλέον θέμα και εθνικής ασφαλείας για την Ελλάδα. Τη θέση αυτή επανειλημμένα την είχα διατυπώσει υπηρεσιακά όταν ήμουν εν ενεργεία πρέσβης και τη διατυπώνω σε κάθε ευκαιρία που μου δίδεται. Δεν αποκομίζω την εντύπωση ότι έχει συνειδητοποιηθεί επαρκώς η σημασία της. Χρειάζεται άμεση ενεργοποίηση των υφιστάμενων διαύλων επικοινωνίας σε επίπεδο κοινωνίας των πολιτών. Σε επίπεδο πανεπιστημίων, κοινωνικών φορέων, τοπικών επιχειρηματικών ενώσεων και επιμελητηρίων, τοπικής αυτοδιοίκησης, ενώσεων δημοσιογράφων.
Δυστυχώς, η ζημιά που έχει προκαλέσει η κυβέρνηση Γκρούεβσκι, δηλητηριάζοντας και φανατίζοντας τη νεολαία στη γειτονική μας χώρα με μία άνευ προηγουμένου αρνητική προβολή της εικόνας της Ελλάδας, ως του κατεξοχήν κακού γείτονα, θα διαρκέσει περισσότερο της δικής του παραμονής στον πρωθυπουργικό θώκο. Αυτή η διαπίστωση συνδέεσαι επίσης με την κινούμενη μεταξύ σοβαρού και γελοίου συνειδητή πολιτική αρχαιολατρίας και αρχαιοκαπηλίας που ακολουθεί η σημερινή κυβέρνηση των Σκοπιών.
Ορθώς αξιοποιούμε και εκμεταλλευόμαστε τις γελοίες εκφάνσεις της πολιτικής αυτής, που μόνο ζημιά έχει προκαλέσει τα τελευταία χρόνια στη διεθνή εικόνα και τη θέση της Πρώην Γιουγκοσλαβικής Δημοκρατίας της Μακεδονίας. Ταυτόχρονα, έτσι ενεργώντας, διευκολύνουμε την προώθηση, σε κάποιο βαθμό βέβαια, των θέσεών μας. Και αυτό το λέγω μετά λόγου γνώσεως, λόγω και της πρόσφατης θητείας μου ως πρέσβη της Ελλάδας στην Ουάσιγκτον. Ακόμη και οι θερμότεροι και ισχυρότεροι υποστηρικτές των Σκοπιών επισημαίνουν στον Γκρούεβσκι και τους περί αυτόν ότι με την πολιτική αυτή χάνουν αξιοπιστία.
Η απόφαση της Χάγης μπορεί να έχει επιπτώσεις στα ελληνοτουρκικά;
Δύο γενιές Ελλήνων, από το 1974 και μετά, έχουμε γαλουχηθεί με την εθνική θέση, ή μάλλον με το εθνικό πολιτικό πλαίσιο αρχών, ότι το Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης συνιστά την καλύτερη ή μάλλον τη μοναδική, την αποκλειστική διέξοδο και λύση στα προβλήματα που μας απασχολούν. Κυρίως με την Τουρκία. Προς αποφυγήν, δε, παρερμηνειών, αναφέρομαι στο θέμα της παραπομπής για την οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας. Το 1976 φτάσαμε κοντά στην υπογραφή του απαιτούμενου συνυποσχετικού. Λόγω υπαναχώρησης, τότε, της Τουρκίας, το θέμα δεν προχώρησε.
Είμαστε δύο γενιές διπλωματών, στρατιωτικών, δημοσιογράφων και διανοούμενων που υπηρέτησαν και υπηρετούμε αυτό το δόγμα: Της πρωτοκαθεδρίας του Διεθνούς Δικαίου, που για πρώτη φορά καθιερώθηκε με το σύνταγμα του 1975.
Γιατί τα λέγω όλα αυτά; Για να σημειώσω την απορία μου που δεν αξιοποιήσαμε την ευκαιρία να προσφύγουμε εμείς πρώτοι στη Χάγη. Την εισήγηση αυτή είχα υποβάλει, μεταξύ άλλων, ήδη από το καλοκαίρι του 2007 από την Ουάσιγκτον. Σε ανύποπτο, δηλαδή, χρόνο. Θα είχαμε και το πλεονέκτημα του απόλυτου αιφνιδιασμού, ενόψει μάλιστα και της συναντήσεως κορυφής του ΝΑΤΟ στο Βουκουρέστι. Την επανέλαβα σε όποιον είχε διάθεση να ακούσει -και δεν είναι πολλοί- στο υπουργείο Εξωτερικών όταν επέστρεψα στην Αθήνα το καλοκαίρι του 2009. Την επαναλαμβάνω έκτοτε τακτικά προς τους αρμοδίους, πράγμα που έκανα και πολύ πρόσφατα, πριν από την έναρξη της ακροαματικής διαδικασίας ενώπιον του Διεθνούς Δικαστηρίου της Χάγης.
Πιστεύω ότι ακόμη και τη στιγμή αυτή η Ελλάδα έχει τον πολιτικό χρόνο και τη δυνατότητα να καταθέσει δική της προσφυγή κατά της Πρώην Γιουγκοσλαβικής Δημοκρατίας της Μακεδονίας για σειρά παραβιάσεων των άρθρων που συνιστούν τον σκληρό πυρήνα, τις θεμελιώδεις διατάξεις της Ενδιάμεσης Συμφωνίας. Ενδεικτικά αναφέρω τα διαλαμβανόμενα στο προοίμιο και στα άρθρα Α3, 4, 6, 7, Β9 (2).
Γνωρίζω ότι αυτά που σας λέω θεωρούνται αιρετικά ή μάλλον ενοχλητικά. Και έτσι αντιμετωπίστηκαν μέχρι σήμερα.
Θα είχαμε πιθανότητες επιτυχίας;
Υποστηρίζω ότι, για να δώσεις με επιτυχία έναν διπλωματικό αγώνα, πρέπει να πιστεύεις στο δίκαιο των θέσεών σου. Για να κερδίσεις μια μάχη, πρέπει να πιστεύεις σε αυτήν. Το Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης έχει επανειλημμένα αποφανθεί ότι γνωμοδοτεί και αποφασίζει με βάση το Δίκαιο. Όμως, οι αποφάσεις του είναι δεσμευτικές και έχουν σοβαρές και, σε ορισμένες περιπτώσεις, μη αναστρέψιμες πολιτικές συνέπειες. Η προσεκτική μελέτη του κεφαλαίου ΧΙΕ του Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών, και δη του άρθρου 94 (παρ. 2), αρκεί για να δείξει ποιες μπορεί να είναι οι συνέπειες.
Αλήθεια, σε περίπτωση μη θετικής για την Ελλάδα εξέλιξης, έχουμε αντιληφθεί ότι, πέραν της υπόθεσης των Σκοπίων, κλονίζεται συθέμελα το πολιτικό υπόβαθρο στο οποίο στηρίχθηκε η πλέον ουσιαστική πλατφόρμα της διαχείρισης και επίλυσης και των προβλημάτων μας με τη Τουρκία (οριοθέτηση υφαλοκρηπίδας);
Το πρόβλημα της ονομασίας
Υπάρχει περίπτωση επίλυσης του προβλήματος της ονομασίας στο ορατό μέλλον;
Όπως θυμάστε κ. Σπανού, από τον περασμένο χρόνο, και συγκεκριμένα από τον Απρίλιο του 2010, μετέχοντας σε μια συζήτηση στην Αχρίδα που οργάνωσε το «Κανάλι Α1» των Σκοπίων -αυτό που προσπαθεί να φιμώσει ο κ. Γκρούεβσκι-, είχα διατυπώσει τη θέση -μάλιστα σε μία εποχή που συγκεκριμένοι διέρρεαν ότι επρόκειτο να βρεθεί λύση μέχρι τον Σεπτέμβριο του 2010- ότι ο σημερινός πρωθυπουργός της ΠΓΔΜ δεν πρόκειται να συμφωνήσει σε μία αμοιβαία αποδεκτή λύση η οποία θα σέβεται και θα ανταποκρίνεται στο πλαίσιο αρχών που προωθεί η Ελλάδα. Ήτοι, σύνθετη ονομασία με γεωγραφικό προσδιορισμό που θα ισχύει έναντι όλων (erga omnes).
Όπως προκύπτει άλλωστε και από την συνειδητά ελλιπή ενημέρωση που κάνει κεκλεισμένων των θυρών τόσο στους κυβερνητικούς του εταίρους όσο και στην αντιπολίτευση, ουδέποτε άφησε να διαφανεί ότι βρισκόμαστε κοντά σε λύση. Ουδέποτε εξετίμησε ή αποτίμησε με ειλικρίνεια τις χειρονομίες της ελληνικής πλευράς και, πρόσφατα, του πρωθυπουργού κ. Παπανδρέου. Πριν από έναν μήνα, μάλιστα -δεν θυμάμαι τη στιγμή αυτή εάν ήταν ο κ. Γκρούεβσκι ή ο κ. Μιλόσοσκι- είχαν το θράσος να πουν ότι οι διμερείς υψηλού επιπέδου συναντήσεις δεν έχουν πια νόημα εφόσον -αυτό ήταν το νόημα- η Ελλάδα διατηρεί τις θέσεις της.
Ο κ. Γκρούεβσκι κερδίζει πολιτικό χρόνο, παραμένει ισχυρός κατά τις σφυγμομετρήσεις και βαδίζει προς τις εκλογές -απόλυτα προβλέψιμη κίνηση- με σοβαρές πιθανότητες να βγει και πάλι, για τρίτη συνεχή φορά, το VMRO πρώτο κόμμα. Συνεπώς, δεν μπορούμε να αναμένουμε εξελίξεις μέχρι να σχηματιστεί η νέα κυβέρνηση.
Τα λόγια και τα έργα των πολιτικών ηγεσιών μας πρέπει να κατατείνουν στη στήριξη της ελληνικής επιχειρηματολογίας στη Χάγη αλλά και εκτός αυτής. Να την ενισχύουν και να την υπενθυμίζουν και όχι να την αποδυναμώνουν. Το επόμενο εξάμηνο, μέχρις ότου εκδοθεί η απόφαση του δικαστηρίου, είναι ιδιαιτέρα κρίσιμο.
•Who is who. Ο κ. Μαλλιάς είναι ειδικός σύμβουλος του ΕΛΙΑΜΕΠ. Ήταν ο πρώτος επικεφαλής της ελληνικής διπλωματικής αποστολής στα Σκοπιά (1995-1999). Εν συνεχεία υπηρέτησε ως πρέσβης στα Τίρανα (1999-2000). Διετέλεσε διευθυντής Βαλκανικών Υποθέσεων του ΥΠΕΞ (2000-2005) και πρέσβης στην Ουάσιγκτον (2005-2009).