Είναι γεγονός αδιαμφισβήτητο πως η χώρα διέρχεται μία πολύπλευρη κρίση, κρίση πολιτική, κρίση κοινωνική, κρίση πολιτική. Μέσα σε αυτό το τοπίο καλείται η τοπική αυτοδιοίκηση να κάνει τα πρώτα βήματά της στην πρώτη καλλικρατική δημοτική περίοδο. Δύο είναι οι μεγάλες προκλήσεις αυτής της περιόδου.
Η εμπέδωση του νέου νόμου, και η επιβίωσή των νέων δομών στις σημερινές δύσκολες οικονομικές συνθήκες.
Σε ότι αφορά την πρώτη από αυτές, ανεξάρτητα από το τι πιστεύει ο καθένας, αν ήταν υπέρ ή κατά του Καλλικράτη, αν πιστεύει ότι έγινε νωρίς, αν πιστεύει ότι ήταν δειλό βήμα ή ότι έπρεπε να γίνουν πιο γενναία βήματα στο πλαίσιο της αποκέντρωσης και ενίσχυσης της αυτοδιοίκησης, είναι γεγονός ότι εισάγει μία σειρά από νέους θεσμούς, νέους τρόπους λειτουργίας, νέους τρόπους διοίκησης με τους οποίους οι Δημοτικές Αρχές, οι Δήμοι πρέπει να εναρμονίσουν την λειτουργία τους.
Επιπλέον, το μέγεθος των Δήμων όπως αυτό διαμορφώθηκε, είναι και αυτό από μόνο του μια πρόκληση. Μια πρόκληση για το πώς μπορούμε οι αυτοδιοικητικοί να λειτουργούμε αποκεντρωμένα, και να παρέχουμε υπηρεσίες σε περιοχές που πολλές φορές ξεπερνούν το 1 εκατομμύριο στρέμματα, ή σε ένα πλήθος οικισμών που υπερβαίνουν τους 50 ή 70.
Είναι επομένως, σημαντικό ζητούμενο αυτή την δημοτική περίοδο, να κατακτήσουμε την λειτουργία του Καλλικρατικού μας Δήμου. Να κατακτήσουμε την λειτουργία της θεσμικής αλλαγής που επιτεύχθηκε με την αυτονόητη συνδρομή βέβαια της Πολιτείας σε σε αυτό το στάδιο. Όλη αυτήν την περίοδο, πρέπει να έχει τα αυτιά και τα μάτια ανοιχτά, να βλέπει τις δυσλειτουργίες, τις αστοχίες της αρχικής της επιλογής, και όλα αυτά να τα προσαρμόζει με τέτοιον τρόπο ώστε να επιτυγχάνεται η καλύτερη λειτουργία των Δήμων, η καλύτερη παροχή υπηρεσιών στον πολίτη.
Η δεύτερη πρόκληση αυτής της περιόδου είναι η γνωστή, και σε όλους τους τόνους καταγεγραμμένη, έλλειψη χρημάτων. Η έλλειψη χρημάτων που σε κάθε περίπτωση επηρεάζει την αυτοδιοίκηση, της δημιουργεί ιδιαίτερες δυσκολίες και επιβάλλει την αλλαγή τρόπου λειτουργίας της. Οι περιορισμένοι πόροι που διατίθενται πλέον, επιβάλλουν να προσεγγιστεί η λειτουργία της τοπικής αυτοδιοίκησης εξ αρχής.
Είναι γεγονός ότι πρέπει να σκεφτόμαστε την παραμικρή δράση του Δήμου σαν να αφορά το σπίτι μας, σαν οι δαπάνες και τα έξοδα να επιβαρύνουν την τσέπη καθενός από εμάς που υπηρετούμε την αυτοδιοίκηση προσωπικά, σαν να έχουμε ανάγκη από το κάθε ευρώ.
Επιβάλλεται μία άλλου είδους αντιμετώπιση σε ότι αφορά την διαχείριση του προσωπικού. Δεν έχουμε την πολυτέλεια να λέμε ότι ο τάδε εργαζόμενος δεν μας κάνει ή ότι ο δείνα δεν μπορεί. Όλοι μας κάνουν, όλοι μπορούν, ο καθένας στον τομέα που μπορεί να αποδώσει. Δεν περισσεύει κανένας σε αυτή τη νέα προσπάθεια, σε αυτόν το νέο τρόπο λειτουργίας των Δήμων. Ο κάθε εργαζόμενος έχει τη θέση του στο νέο οικοδόμημα της αυτοδιοίκησης. Εκείνο που απαιτείται είναι να μπούμε στην λογική της άριστης, ολοκληρωμένης, της πλήρους αξιοποίησης του διαθέσιμου προσωπικού.
Και βέβαια ο επιχειρησιακός μας σχεδιασμός. Δεν μπορεί να παραμένει σε λογικές και αντιλήψεις του παρελθόντος. Όχι πια μόνο κτίρια, δρόμους που μόνο κόστος λειτουργίας και συντήρησης συνεισφέρουν. Η αυτοδιοίκηση πρέπει έγκαιρα, πριν φτάσει στην κατάσταση που βρίσκεται το κράτος σήμερα, να αντιμετωπίσει τα ζητήματα αυτά, και να προφυλάξει τον εαυτό της από μία τέτοιου είδους εξέλιξη. Άρα ρεαλισμός και αναπτυξιακή λογική στον προγραμματισμό και στην υλοποίηση τεχνικών έργων.
Όμως και η πολιτεία από τη δική της πλευρά πρέπει να αποκτήσει την υπεύθυνη θέση που απαιτείται. Εννοώ αφ’ ενός μεν την πλήρη απόδοση των οικονομικών υποχρεώσεων, των νομοθετημένων πόρων που έχει αναλάβει προς την αυτοδιοίκηση, και αφ’ ετέρου την συνεπή τήρηση των δεσμεύσεων απέναντι στην αυτοδιοίκηση, αλλά και των συνταγματικών υποχρεώσεων της.
Δεν είναι δυνατόν να περνάει το πρώτο εξάμηνο ενός έτους, να περνά το μισό δηλαδή έτος της πρώτης δημοτικής περιόδου, και να μην έχει έρθει ούτε μία δόση της ΣΑΤΑ. Τι προγραμματισμό θα κάνουν οι αιρετοί, πως θα αντιμετωπιστεί η δημιουργία νέων ελλειμμάτων, αν στο τέλος της χρονιά, το Νοέμβρη ή τον Δεκέμβρη τους ανακοινωθεί αίφνης -όπως ήδη έγινε- ότι η τελευταία δόση της ΣΑΤΑ δεν υπάρχει, δεν θα καταβληθεί; Είναι δυνατόν να γίνει εξορθολογισμός της οικονομικής λειτουργίας με τέτοιους όρους; Φυσικά και όχι. Γι’ αυτό όπως σημείωσα και παραπάνω η σφιχτή διαχείριση των οικονομικών των δήμων μας επιβάλλει ανάλογη και συνεπή στάση από την πλευρά του κράτους.
Και εάν αυτά τα δύο ζητήματα, της εμπέδωσης της Καλλικρατικής λειτουργίας των δήμων, και της προσαρμογής των οικονομικών της αυτοδιοίκησης στα σφιχτά και επώδυνα οικονομικά πλαίσια στα οποία κινείται η χώρα μας, είναι τα στοιχήματα αυτής της περιόδου, η μεγάλη πρόκληση είναι άλλη. Η μεγάλη πρόκληση είναι το ζήτημα της τοπικής παραγωγικής ανάπτυξης, κάτι που είναι το κύριο ζητούμενο για την σύγχρονη αυτοδιοίκηση, την αυτοδιοίκηση του μέλλοντος.
Θα συνεχίσω με τρεις επισημάνσεις που θεωρώ ότι οριοθετούν το ζήτημα. Το ζήτημα της ανάπτυξης και της ανάγκης η τοπική αυτοδιοίκηση να αναλάβει κυρίαρχο, πρωταγωνιστικό ρόλο στην αναπτυξιακή πορεία που τόσο μεγάλη ανάγκη έχει ο τόπος, που είναι το μεγαλύτερο ζητούμενο για ένα νέο ξεκίνημα του τόπου μας, ώστε να αποδείξουμε ως η κοινωνία ότι μπορούμε να προχωρήσουμε αποκεντρωμένα.
Ήδη σημείωσα πως η χώρα μας διέρχεται μία πολιτική, κοινωνική, οικονομική κρίση, που έχει οδηγήσει σε μία τεράστια κρίση αξιοπιστίας του κεντρικού και όχι μόνο πολιτικού μας συστήματος. Η αυτοδιοίκηση έχει γίνει μάρτυρας και αποδέκτης του γενικευμένου κλίματος αποχής από τις εκλογικές διαδικασίες. Όμως οι αυτοδιοικητικοί είναι οι άνθρωποι που βρίσκονται κοντά στον πολίτη, η αυτοδιοίκηση είναι ο θεσμός του κράτους που βρίσκεται πιο κοντά στον πολίτη, και επειδή στην περιφέρεια όλοι μας γνωριζόμαστε με όλους, έχουμε υποστεί σε αυτή την κατεύθυνση, σε αυτόν τον τομέα τις μικρότερες δυνατές απώλειες.
Όμως το κεντρικό πολιτικό σύστημα διέρχεται μια βαθειά κρίση αξιοπιστίας. Κανένας δεν πιστεύει κανέναν, κανένας δεν εμπιστεύεται κανέναν, με αποτέλεσμα το πολιτικό σύστημα από τον πολίτη, από τα πραγματικά προβλήματα, και να προσπαθεί να προσανατολιστεί μέσα στην καταχνιά της κρίσης που διέρχεται, προσπαθεί να ανασυγκροτήσει τις δυνάμεις του, να ανακτήσει την χαμένη αξιοπιστία του, να βρει διέξοδο στα μεγάλα, στα τεράστια προβλήματα που βιώνει η χώρα.
Όλα αυτά έχουν σαν συνέπεια οι εκπρόσωποι του κεντρικού πολιτικού συστήματος, και η διοίκηση, υπουργεία, οι κεντρικοί οργανισμοί να βρίσκονται -και δυστυχώς αυτό είναι μία πραγματικότητα που αυτοί που κινούνται ανάμεσα στην περιφέρεια και το κεντρικό κράτος διαχρονικά να το διαπιστώνουν με μεγαλύτερη έμφαση τα τελευταία χρόνια – βρίσκονται τελικά πολύ μακριά από την ελληνική περιφέρεια, από τον πολίτη και τα πραγματικά προβλήματα του τόπου.
Αυτό οδηγεί ευθέως στο συμπέρασμα ότι η αυτοδιοίκηση πρέπει να καλύψει το κενό πρέπει να αναλάβει πρωτοβουλίες που θα οδηγήσουν σε μία νέα αναπτυξιακή πορεία, σε νέους Δημοκρατικούς θεσμούς, που θα την καθιστούν κύτταρο αναπτυξιακό της κοινωνίας .
Το δεύτερο σημείο που θα ήθελα να επισημάνω, είναι η εκ του αποτελέσματος τεράστια αποτυχία του συστήματος διακυβέρνησης της χώρας. Διαβάζοντας πριν από μερικές ημέρες, πριν ψηφιστεί από τη βουλή, τον εκτελεστικό νόμο για το μεσοπρόθεσμο πρόγραμμα, με μεγάλη μου έκπληξη διάβασα ένα ολόκληρο κεφάλαιο που αφορούσε στην «πολεοδομική ωρίμανση» κτλ.
Mπαίνοντας στις λεπτομέρειες διαπίστωσα ότι στην πραγματικότητα το κεφάλαιο αυτό αποτελούσε την ηχηρή παραδοχή του πολιτικού συστήματος της χώρας, ότι εδώ και δεκαετίες οικοδόμησε ένα ιδιαίτερα γραφειοκρατικό και αναποτελεσματικό σύστημα δημόσιας διοίκησης, που έχει γίνει θηλιά σε κάθε αναπτυξιακή προσπάθεια, θηλιά στον πολίτη που θέλει να υλοποιήσει ένα έργο. Θηλιά στο ίδιο του τον εαυτό γιατί ακόμα και το ίδιο με τις δυνατότητες παρεμβάσεων που έχει, ακόμα και νομοθετικών, δεν είναι δυνατόν να υλοποιήσει κάποια projects, να υλοποιήσει αναπτυξιακά έργα γιατί έχει δυστυχώς αυτοεγκλωβιστεί. Γιατί πως αλλιώς να ερμηνεύσει κανείς ότι χρειάζεται ένας ιδιαίτερος νόμος για να απλοποιήσει διαδικασίες πολεοδομικών ρυθμίσεων, περιβαλλοντικών αδειοδοτήσεων κτλ, και δεν αρκούν οι καθημερινές, οι απλές διαδικασίες, οι συνήθεις διαδικασίες για να γίνει αυτό; Γιατί πρέπει άραγε όταν απαιτείται να γίνει μία τουριστική εγκατάσταση στην χώρα μας να χρειάζονται γραφειοκρατικές διαδικασίες πολλών ετών και να μην μπορεί να τελειώσει η προπαρασκευαστική περίοδος ενός τέτοιου έργου, η ωρίμανση του, σε ένα δυο χρόνια.
Το δεύτερο κεφάλαιο του μεσοπρόθεσμου, είναι επίσης η παραδοχή αποτυχίας του συστήματος διοίκησης, που δομήθηκε στην χώρα μας τα τελευταία 30 χρόνια. Το επισημαίνω εδώ, στο σημείο που αναφέρομαι στην ανάπτυξη της χώρας, γιατί είναι το μεγαλύτερο εμπόδιο που πρέπει να ξεπεραστεί, όχι μόνο για τα ακίνητα το δημοσίου, όχι μόνο για τα ακίνητα των Ο.Τ.Α.- που έτσι κι αλλιώς περιλαμβάνονται στις ρυθμίσεις αλλά και ακίνητα ιδιωτών. Πρέπει επιτέλους να συνειδητοποιήσουμε ότι το σύστημα διοίκησης που οικοδομήσαμε στη χώρα μας είναι αναποτελεσματικό, είναι θηλιά στο λαιμό και της αυτοδιοίκησης, την οποία αντιμετωπίζει με καχυποψία και έλλειψη εμπιστοσύνης στις δυνατότητες της, ενώ είναι η καταστροφή κάθε αναπτυξιακής πρωτοβουλίας σε αυτόν τον τόπο, και πρέπει να αλλάξει. Πρέπει να αλλάξει σύντομα, έπρεπε να αλλάξει χτες.
Το τρίτο σημείο που σχετίζεται με την ανάπτυξη και την τοπική αυτοδιοίκηση, καθώς πιστεύω σε έναν νέο τρόπο αντίληψης και θεώρησης της αναπτυξιακής πορείας, αλλά και των γενικότερων προβλημάτων του τόπου.
Δεν μπορούμε να σκεφτόμαστε το μέλλον με όρους παρελθόντος. Πρέπει να παραδεχτούμε ότι το κράτος, η κρατικοδίαιτη ανάπτυξη όπως τα ξέραμε μέχρι σήμερα έχουν τελειώσει χωρίς επιστροφή. Δεν υπάρχουν πλέον οι πόροι για να γίνει αυτό. Κι αν το ΕΣΠΑ ήταν στα 21 δισεκατομμύρια ευρώ το επόμενο ΚΠΣ θα είναι πολύ μικρότερο. Το πρόγραμμα δημοσίων επενδύσεων είναι ανύπαρκτο, τα αναπτυξιακά προγράμματα της τοπικής αυτοδιοίκησης τα περιμένουμε και δεν τα βλέπουμε, συνεπώς πρέπει να αναθεωρήσουμε τον τρόπο που βλέπουμε το μέλλον. Πρέπει να κινητοποιήσουμε πόρους του ιδιωτικού τομέα, πρέπει να κινητοποιήσουμε ιδιωτικά κεφάλαια. Πρέπει να αξιοποιήσουμε όλο το προσωπικό μας. Πρέπει να ενσωματώσουμε όλες τι νέες τεχνολογίες στην καθημερινή μας λειτουργία, και κυρίως πρέπει να θεσμοθετηθεί η οικονομική αυτοτέλεια της Αυτοδιοίκησης και της δυνατότητας αυτοτελούς φορολόγησης ώστε να αναφερόμαστε πλέον στην πραγματική αποκέντρωση, η οποία αποτελεί τη μόνη διέξοδο και κινητήρια δύναμη για φυγή προς τα εμπρός. Δεν μπορούμε να είμαστε προσκολλημένοι στις αντιλήψεις του παρελθόντος. Η καινοτομία πρέπει να γίνει βασική επιλογή της λειτουργίας μας, και δεν αναφέρομαι μόνο στην τεχνολογική καινοτομία. Η τεχνολογική καινοτομία πρέπει και αυτή να τρέξει αλλά είναι ζήτημα κυρίως των εκπαιδευτικών μας ιδρυμάτων, των ερευνητικών μας κέντρων. Καινοτομία στη λειτουργία μας, σημαίνει καινοτομία στην σχέση μας με τον πολίτη. Καινοτομία στην καθημερινή μας δουλειά. Σε πολλές περιπτώσεις δεν χρειάζεται να ανακαλύψουμε ξανά την Αμερική. Οι συνάδελφοι αυτοδιοικητικοί στην Ευρώπη, έχουν να μας δώσουν λαμπρά παραδείγματα και άριστες πρακτικές λειτουργίας σε αυτόν τον τομέα. Πως; Σχεδιάζοντας το αύριο, το μέλλον με σύγχρονους όρους, με όρους μέλλοντος όχι παρελθόντος.
Είμαστε λοιπόν σαν αυτοδιοίκηση αδιαμφισβήτητα ο θεσμός που βρίσκεται πιο κοντά στον πολίτη. Είμαστε οι άνθρωποι που ερχόμαστε σε καθημερινή επαφή με τον πολίτη και τα προβλήματά του. Ο θεσμός και οι άνθρωποι της αυτοδιοίκησης ξέρουμε περισσότερο από τον καθένα ποιες είναι οι ανάγκες και οι δυνατότητες του τόπου μας. Είμαστε εμείς που μέσα από τα εργαλεία που προσφέρει ο θεσμός που υπηρετούμε, μέσα από τον πολεοδομικό και χωροταξικό σχεδιασμό, μπορούμε να αποτυπώσουμε την αναπτυξιακή πορεία για το αύριο. Είμαστε εμείς που με τους κλασσικούς και σύγχρονους τρόπους επικοινωνίας με τον πολίτη, πρέπει να αναδείξουμε το όραμα της ανάπτυξης των επόμενων δεκαετιών, το αναπτυξιακό μοντέλο που θα δώσει την απάντηση που ζητά ο τόπος, που ζητούν οι άνεργοι, οι επιχειρηματίες, ο κάθε πολίτης. Όμως πρέπει η Πολιτεία να μας απελευθερώσει από τα δεσμά της να μας δοθεί η δυνατότητα να χαράξουμε και να προγραμματίσουμε το μέλλον μας μόνοι μας μέσα στο πλαίσιο της πραγματικότητας της ελληνικής περιφέρειας και όχι εξαρτώμενοι στενά από τη βούληση της Κεντρικής Εξουσίας .
Είμαστε λοιπόν, εκείνος ο φορέας, που το επόμενο διάστημα πρέπει να αναλάβει αυτήν την πρωταγωνιστική δράση, αυτή την πρωταγωνιστική πρωτοβουλία γιατί η ανάπτυξη είναι το μεγάλο ζητούμενο, το μεγάλο αίτημα της εποχής. Είναι όμως σήμερα έτοιμη η τοπική αυτοδιοίκηση να αναλάβει ένα τέτοιο έργο, μια τέτοια ευθύνη, έναν τέτοιο ρόλο;
Όπως σημείωσα και παραπάνω, η μεταρρύθμιση του Καλλικράτη δημιούργησε μεγάλα αυτοδιοικητικά σχήματα, που αν δεν έχουν ακόμα την στελέχωση, την οργάνωση, την δομή και τα εφόδια για να επιτελέσουν αυτό το έργο, θα το έχουν σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα. Και εν πάση περιπτώσει, πρέπει να προετοιμαστούμε γι’ αυτό, καθώς δεν υπάρχει άλλος φορέας για να κάνει αυτή την προσπάθεια.
Είμαστε ο φορέας, όπως προανέφερα, που βρίσκεται πιο κοντά στον πολίτη που γνωρίζουμε καλύτερα από τον καθένα τις ανάγκες που έχει ο τόπος μας. Όμως δεν είναι δυνατόν να υλοποιήσουμε αυτή την πορεία χωρίς να έχουμε συμπαραστάτη μας το κράτος, σε εκείνες τις δράσεις που πρέπει να απλοποιηθούν, να εξειδικευτούν, να επιλυθούν για να μπορέσει η χώρα να προχωρήσει μπροστά. Δεν είναι δυνατόν μέσα σε αυτό το ιδιαίτερα γραφειοκρατικό σύστημα να προχωρήσουν τα ζητήματα που θέλουμε. Δεν είναι δυνατόν να μην ενισχυθεί μετά την μεγέθυνση της αυτοδιοίκησης η αποκέντρωση λειτουργιών. Δεν είναι δυνατόν να μην αποτελεί κυρίαρχο αίτημα η περαιτέρω αποκέντρωση, ο εξορθολογισμός, η απλοποίηση διαδικασιών. Πρέπει επιτέλους τα μεγάλα και χρονίζοντα προβλήματα να εκλείψουν για να μπορέσουμε να μετατρέψουμε τον θεσμό της τοπικής αυτοδιοίκησης σε έναν θεσμό σύγχρονο, που θα μπορεί να απαντά στα σύγχρονα και επιτακτικά προβλήματα του πολίτη.
Δεν είναι δυνατόν η ηλεκτρική ενέργεια που απαιτείται για την άντληση του πόσιμου νερού ή την επεξεργασία των λυμάτων να τιμολογείται με το οικιακό τιμολόγιο. Το γνωρίζουν όλοι ότι δεν είναι οικιακό τιμολόγιο. Πρέπει με γρήγορες και απλές διαδικασίες να προσαρμοστούμε στη νέα πραγματικότητα.
Όμως πεδίο δόξης λαμπρό της αυτοδιοίκησης είναι η ανάδειξη των νέων μεγάλων προκλήσεων για ανάπτυξη. Να αναδείξουμε τους φυσικούς μας πόρους , τα τοπικά μας προϊόντα, τις ιδιαιτερότητες της αγροτικής μας παραγωγής, την τοπική μας κουζίνα, το τεράστιο πολιτιστικό μας απόθεμα. Σαν μεσογειακή χώρα, ζώντας σε ένα κλίμα μοναδικό στην Ευρώπη, έχουμε να προβάλλουμε-αξιοποιήσουμε πολλά και ιδιαίτερα χαρακτηριστικά. Χαρακτηριστικά που μπορούν να οδηγήσουν την οικονομία μας και την ανάπτυξή μας από την εσωστρέφεια στην εξωστρέφεια, και από την ποσότητα στην ποιότητα.
Σε καμία περίπτωση αυτή η πορεία δεν θα είναι ούτε εύκολη ούτε ευθύγραμμη. Προβλήματα αναμένονται ίσως πολλά και μεγάλα, που με τις σημερινές συνθήκες μας φαίνονται αξεπέραστα. Αν δεν ξεκινήσουμε όμως, δεν πρόκειται να τα ξεπεράσουμε. Αν δεν τα αντιπαλέψουμε δεν θα τα λύσουμε ποτέ. Είναι ανάγκη να ξεκινήσουμε άμεσα, να ξεκινήσουμε σήμερα, ταυτόχρονα με την μέριμνά μας για κοινωνική συνοχή, με την φροντίδα στον συνάνθρωπο, με τη μέριμνα να μην διαρραγεί ο κοινωνικός μας ιστός, να μην απολέσουμε την ανθρωπογεωγραφική, πολιτισμική και κοινωνική ενότητα που έχει η ελληνική περιφέρεια.
Αυτή είναι η πρόκληση του μέλλοντος και γι΄ αυτή θα κριθούμε όλοι στο τέλος της θητείας. Όχι γιατί θα έχουμε υλοποιήσει μία άλλου είδους ανάπτυξη, αλλά γιατί θα έχουμε προγραμματίσει σωστά, θα έχουμε κάνει τα πρώτα βήματα, θα έχουμε περιγράψει το όραμα για την αυριανή εικόνα του Δήμου μας, της Περιφέρειάς μας, της πατρίδας μας.