Του Σταυρου Λυγερου
Η απόφαση του Διεθνούς Δικαστηρίου της Χάγης επί της προσφυγής των Σκοπίων (17-11-2008) ανακοινώνεται αύριο. Υπενθυμίζουμε ότι η προσφυγή έγινε ως απάντηση στην απόφαση της συνόδου κορυφής του ΝΑΤΟ στο Βουκουρέστι (Απρίλιος 2008) να μην εντάξει τη FYROM στη Συμμαχία. Η ελληνική κυβέρνηση είχε πριν από τη σύνοδο απειλήσει με βέτο, αλλά τελικώς δεν χρειάστηκε να το ασκήσει.
Παρ’ όλα αυτά, η κυβέρνηση Γκρούεφσκι προσέφυγε στη Χάγη, ζητώντας να καταδικαστεί η Ελλάδα για την παραβίαση του άρθρου 11 της Ενδιάμεσης Συμφωνίας, που απαγορεύει στην Ελλάδα να εμποδίζει την ένταξη της FYROM σε διεθνείς οργανισμούς. Τα Σκόπια ζήτησαν ακόμα το Δικαστήριο να απαγορεύσει στην Ελλάδα να ασκήσει βέτο σε μελλοντική ένταξή τους σε διεθνή οργανισμό.
Σύμφωνα με πληροφορίες που δημοσιεύσαμε την περασμένη Κυριακή, το Δικαστήριο θα καταδικάσει την Ελλάδα για παραβίαση του άρθρου 11 με κεντρικό επιχείρημα τις τότε δηλώσεις της κυβέρνησης Καραμανλή ότι θα ασκήσει βέτο. Το Δικαστήριο, όμως, θα απορρίψει το αίτημα των Σκοπίων να καταδικάσει προκαταβολικά την Ελλάδα εάν ασκήσει βέτο σε ένταξη της ΠΓΔΜ σε διεθνή οργανισμό. Το επιχείρημά του είναι ότι δεν έχει δικαίωμα να κρίνει κράτη για την άσκηση κυριαρχικών δικαιωμάτων τους στο μέλλον.
Αν και η απόφαση είναι κατά το ήμισυ καταδικαστική, δεν παύει να αποτελεί ένα πολιτικό πλήγμα για την Ελλάδα σε μια πολύ δύσκολη συγκυρία. Στο μέτωπο του Μακεδονικού έχει διαπραχθεί από τις διαδοχικές κυβερνήσεις Καραμανλή και Παπανδρέου ένα διά παραλείψεως έγκλημα, όπως είχαμε εγκαίρως και επανειλημμένως τονίσει. Τρεις ημέρες μετά την προσφυγή των Σκοπίων (20-11-2008), σε άρθρο με τίτλο «Να καταγγελθεί η Ενδιάμεση Συμφωνία», γράφαμε στην «Κ»: «Το γεγονός ότι τα Σκόπια έχουν επανειλημμένως παραβιάσει την Ενδιάμεση Συμφωνία δεν αποτελεί ισχυρό νομικό επιχείρημα της Αθήνας ενώπιον του Διεθνούς Δικαστηρίου. Πολύ περισσότερο, που δεν είχε φροντίσει να διαμαρτυρηθεί με διαβήματα. Η απόφαση της κυβέρνησης Καραμανλή να θέσει ως όρο για την ένταξη του γειτονικού κράτους την ύπαρξη συμφωνίας όσον αφορά το όνομα, είναι πολιτική επιλογή. Ηταν ο μόνος τρόπος να πιέσει τους Σλαβομακεδόνες να διαπραγματευθούν σοβαρά, δεδομένου ότι για 12 χρόνια είχαν μετατρέψει τις σχετικές συνομιλίες σε προσχηματική διαδικασία…
»Η κυβέρνηση Καραμανλή δηλώνει ότι έχει επιχειρήματα και θα δώσει τη δικαστική μάχη. Δεν έχει λόγο, όμως, να εξαρτήσει την πολιτική της από μία νομική κρίση, όπως θα είναι η κρίση του Διεθνούς Δικαστηρίου. Ειδικά όταν η υπόθεση δεν είναι καθόλου από χέρι κερδισμένη. Εάν η Αθήνα αποδεχθεί τη μετατόπιση του κέντρου βάρους της διένεξης στο νομικό επίπεδο, μία καταδικαστική απόφαση θα είναι βαρύ πλήγμα. Θα την καλοδεχθούν σιωπηλά μόνο όσοι θεωρούν ότι το όνομα δεν έχει σημασία και ψάχνουν τρόπο να κλείσουν όπως-όπως το ζήτημα.
»Η Ενδιάμεση Συμφωνία έχει ουσιαστικά απονεκρωθεί. Τυπικά, όμως, ισχύει, επειδή μετά τη λήξη της (2002) δεν έχει καταγγελθεί. Από αυτές τις στήλες είχαμε εδώ και πολύ καιρό θέσει θέμα καταγγελίας της, αφ’ ενός επειδή τα Σκόπια την παραβιάζουν συστηματικά και αφ’ ετέρου επειδή η Αθήνα προσανατολίστηκε στο βέτο. Η κυβέρνηση Καραμανλή, όμως, δεν σκέφτεται την καταγγελία… Με την προσφυγή στη Χάγη ο Γκρούεφσκι κλιμακώνει τη σύγκρουση και ουσιαστικά τινάζει στον αέρα τις διαπραγματεύσεις. Εάν η κίνησή του μείνει πολιτικά αναπάντητη, θα συμπεράνει ότι μπορεί να επιτίθεται χωρίς κόστος. Αντιθέτως, η καταγγελία της Ενδιάμεσης Συμφωνίας δεν θα λύσει μόνο το νομικό πρόβλημα. Θα στείλει σε όλους το έμπρακτο μήνυμα ότι η Ελλάδα εννοεί απολύτως αυτά που λέει και θα εμμείνει μέχρι τέλους στην πολιτική της».
Αυτά γράφαμε τότε, προσθέτοντας ότι οι παρενέργειες της απόσυρσης από την Ενδιάμεση Συμφωνία δεν είναι σημαντικές. Οι διαπραγματεύσεις για το όνομα δεν θα επηρεάζονταν, επειδή στηρίζονται σε ψήφισμα του Συμβουλίου Ασφαλείας. Τόσο οι πολιτικές ηγεσίες όσο και οι μανδαρίνοι του υπουργείου Εξωτερικών, όμως, διαβεβαίωναν ότι η νομική θέση της Ελλάδας είναι ισχυρή και απέκλειαν –άνευ επιχειρημάτων– κάθε συζήτηση για απόσυρση από την Ενδιάμεση Συμφωνία. Θα είχε τώρα ενδιαφέρον να ακούσουμε τις εξηγήσεις τους.
Με όπλο την απόφαση της Χάγης, πιθανότατα ο Γκρούεφσκι θα επαναφέρει το αίτημα ένταξης στο ΝΑΤΟ. Ενδεχομένως να προσφύγει στο Συμβούλιο Ασφαλείας ή και στη Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ με σκοπό την αναγνώριση της χώρας του σαν Μακεδονία. Η Ελλάδα θα υποχρεωθεί προσεχώς να δώσει υπό δυσμενείς όρους μια διπλωματική μάχη. Το μόνο πλεονέκτημά της είναι ο φόβος του ευρωιερατείου και της Ουάσιγκτον ότι μια εθνική ήττα στο Μακεδονικό θα μπορούσε να πυροδοτήσει συσσωρευμένη και συμπιεσμένη κοινωνική οργή.
http://www.kathimerini.gr
Η απόφαση του Διεθνούς Δικαστηρίου της Χάγης επί της προσφυγής των Σκοπίων (17-11-2008) ανακοινώνεται αύριο. Υπενθυμίζουμε ότι η προσφυγή έγινε ως απάντηση στην απόφαση της συνόδου κορυφής του ΝΑΤΟ στο Βουκουρέστι (Απρίλιος 2008) να μην εντάξει τη FYROM στη Συμμαχία. Η ελληνική κυβέρνηση είχε πριν από τη σύνοδο απειλήσει με βέτο, αλλά τελικώς δεν χρειάστηκε να το ασκήσει.
Παρ’ όλα αυτά, η κυβέρνηση Γκρούεφσκι προσέφυγε στη Χάγη, ζητώντας να καταδικαστεί η Ελλάδα για την παραβίαση του άρθρου 11 της Ενδιάμεσης Συμφωνίας, που απαγορεύει στην Ελλάδα να εμποδίζει την ένταξη της FYROM σε διεθνείς οργανισμούς. Τα Σκόπια ζήτησαν ακόμα το Δικαστήριο να απαγορεύσει στην Ελλάδα να ασκήσει βέτο σε μελλοντική ένταξή τους σε διεθνή οργανισμό.
Σύμφωνα με πληροφορίες που δημοσιεύσαμε την περασμένη Κυριακή, το Δικαστήριο θα καταδικάσει την Ελλάδα για παραβίαση του άρθρου 11 με κεντρικό επιχείρημα τις τότε δηλώσεις της κυβέρνησης Καραμανλή ότι θα ασκήσει βέτο. Το Δικαστήριο, όμως, θα απορρίψει το αίτημα των Σκοπίων να καταδικάσει προκαταβολικά την Ελλάδα εάν ασκήσει βέτο σε ένταξη της ΠΓΔΜ σε διεθνή οργανισμό. Το επιχείρημά του είναι ότι δεν έχει δικαίωμα να κρίνει κράτη για την άσκηση κυριαρχικών δικαιωμάτων τους στο μέλλον.
Αν και η απόφαση είναι κατά το ήμισυ καταδικαστική, δεν παύει να αποτελεί ένα πολιτικό πλήγμα για την Ελλάδα σε μια πολύ δύσκολη συγκυρία. Στο μέτωπο του Μακεδονικού έχει διαπραχθεί από τις διαδοχικές κυβερνήσεις Καραμανλή και Παπανδρέου ένα διά παραλείψεως έγκλημα, όπως είχαμε εγκαίρως και επανειλημμένως τονίσει. Τρεις ημέρες μετά την προσφυγή των Σκοπίων (20-11-2008), σε άρθρο με τίτλο «Να καταγγελθεί η Ενδιάμεση Συμφωνία», γράφαμε στην «Κ»: «Το γεγονός ότι τα Σκόπια έχουν επανειλημμένως παραβιάσει την Ενδιάμεση Συμφωνία δεν αποτελεί ισχυρό νομικό επιχείρημα της Αθήνας ενώπιον του Διεθνούς Δικαστηρίου. Πολύ περισσότερο, που δεν είχε φροντίσει να διαμαρτυρηθεί με διαβήματα. Η απόφαση της κυβέρνησης Καραμανλή να θέσει ως όρο για την ένταξη του γειτονικού κράτους την ύπαρξη συμφωνίας όσον αφορά το όνομα, είναι πολιτική επιλογή. Ηταν ο μόνος τρόπος να πιέσει τους Σλαβομακεδόνες να διαπραγματευθούν σοβαρά, δεδομένου ότι για 12 χρόνια είχαν μετατρέψει τις σχετικές συνομιλίες σε προσχηματική διαδικασία…
»Η κυβέρνηση Καραμανλή δηλώνει ότι έχει επιχειρήματα και θα δώσει τη δικαστική μάχη. Δεν έχει λόγο, όμως, να εξαρτήσει την πολιτική της από μία νομική κρίση, όπως θα είναι η κρίση του Διεθνούς Δικαστηρίου. Ειδικά όταν η υπόθεση δεν είναι καθόλου από χέρι κερδισμένη. Εάν η Αθήνα αποδεχθεί τη μετατόπιση του κέντρου βάρους της διένεξης στο νομικό επίπεδο, μία καταδικαστική απόφαση θα είναι βαρύ πλήγμα. Θα την καλοδεχθούν σιωπηλά μόνο όσοι θεωρούν ότι το όνομα δεν έχει σημασία και ψάχνουν τρόπο να κλείσουν όπως-όπως το ζήτημα.
»Η Ενδιάμεση Συμφωνία έχει ουσιαστικά απονεκρωθεί. Τυπικά, όμως, ισχύει, επειδή μετά τη λήξη της (2002) δεν έχει καταγγελθεί. Από αυτές τις στήλες είχαμε εδώ και πολύ καιρό θέσει θέμα καταγγελίας της, αφ’ ενός επειδή τα Σκόπια την παραβιάζουν συστηματικά και αφ’ ετέρου επειδή η Αθήνα προσανατολίστηκε στο βέτο. Η κυβέρνηση Καραμανλή, όμως, δεν σκέφτεται την καταγγελία… Με την προσφυγή στη Χάγη ο Γκρούεφσκι κλιμακώνει τη σύγκρουση και ουσιαστικά τινάζει στον αέρα τις διαπραγματεύσεις. Εάν η κίνησή του μείνει πολιτικά αναπάντητη, θα συμπεράνει ότι μπορεί να επιτίθεται χωρίς κόστος. Αντιθέτως, η καταγγελία της Ενδιάμεσης Συμφωνίας δεν θα λύσει μόνο το νομικό πρόβλημα. Θα στείλει σε όλους το έμπρακτο μήνυμα ότι η Ελλάδα εννοεί απολύτως αυτά που λέει και θα εμμείνει μέχρι τέλους στην πολιτική της».
Αυτά γράφαμε τότε, προσθέτοντας ότι οι παρενέργειες της απόσυρσης από την Ενδιάμεση Συμφωνία δεν είναι σημαντικές. Οι διαπραγματεύσεις για το όνομα δεν θα επηρεάζονταν, επειδή στηρίζονται σε ψήφισμα του Συμβουλίου Ασφαλείας. Τόσο οι πολιτικές ηγεσίες όσο και οι μανδαρίνοι του υπουργείου Εξωτερικών, όμως, διαβεβαίωναν ότι η νομική θέση της Ελλάδας είναι ισχυρή και απέκλειαν –άνευ επιχειρημάτων– κάθε συζήτηση για απόσυρση από την Ενδιάμεση Συμφωνία. Θα είχε τώρα ενδιαφέρον να ακούσουμε τις εξηγήσεις τους.
Με όπλο την απόφαση της Χάγης, πιθανότατα ο Γκρούεφσκι θα επαναφέρει το αίτημα ένταξης στο ΝΑΤΟ. Ενδεχομένως να προσφύγει στο Συμβούλιο Ασφαλείας ή και στη Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ με σκοπό την αναγνώριση της χώρας του σαν Μακεδονία. Η Ελλάδα θα υποχρεωθεί προσεχώς να δώσει υπό δυσμενείς όρους μια διπλωματική μάχη. Το μόνο πλεονέκτημά της είναι ο φόβος του ευρωιερατείου και της Ουάσιγκτον ότι μια εθνική ήττα στο Μακεδονικό θα μπορούσε να πυροδοτήσει συσσωρευμένη και συμπιεσμένη κοινωνική οργή.
http://www.kathimerini.gr