<<Μη ρωτάς τι μπορεί να κάνει η πατρίδα σου για σένα, αλλά τι μπορείς να κάνεις εσύ για την πατρίδα σου>>.
Τζων Κέννεντυ, 1917-1963, Αμερικανός πρόεδρος [1960-1963]
Σεβασμιότατε, κ. Αρχηγέ του ΓΕΣ, κ. Περιφερειάρχη, κ. Αντιπεριφερειάρχη, κ Πρόεδρε του Δημοτικού Συμβουλίου, κ. αντιδημαρχοι, κ. Πρόεδρε της Τ.Κ Ροδώνα που σήμερα μας φιλοξενείτε, μέλη του Δημοτικού και Περιφερειακού Συμβουλίου, ανώτατες πολιτικές και στρατιωτικές αρχές,
Κυρίες και Κύριοι
Τζων Κέννεντυ, 1917-1963, Αμερικανός πρόεδρος [1960-1963]
Σεβασμιότατε, κ. Αρχηγέ του ΓΕΣ, κ. Περιφερειάρχη, κ. Αντιπεριφερειάρχη, κ Πρόεδρε του Δημοτικού Συμβουλίου, κ. αντιδημαρχοι, κ. Πρόεδρε της Τ.Κ Ροδώνα που σήμερα μας φιλοξενείτε, μέλη του Δημοτικού και Περιφερειακού Συμβουλίου, ανώτατες πολιτικές και στρατιωτικές αρχές,
Κυρίες και Κύριοι
Στεκόμαστε ευλαβικά εδώ μπροστά στο μνημείο πεσόντων των μαχών της περιοχής Αμυνταίου, ακόμη μια φορά, όπως κάθε χρόνο από το 2008 και μετά, εκπληρώνοντας χρέος τιμής και ευγνωμοσύνης σε αθάνατους ήρωες που πότισαν με το αίμα τους την μαρτυρική αυτή γη της Μακεδονίας μας, τροφοδοτώντας τις ρίζες της ελληνικότητας της ακριτικής περιοχής μας, ρίζες που απλώνονται στο βάθος των αιώνων. Είναι ακόμη μεγαλύτερη σήμερα η τιμή που αποδίδεται στους πεσόντες αλλά και στην περιοχή Αμυνταίου λόγω της παρουσίας στην εκδήλωση φέτος του Αρχηγού του Γενικού Επιτελείου Στρατού, που έχουμε την χαρά να φιλοξενούμε. Με αίσθημα ιστορικής ευθύνης, περήφανοι, παρά τις δυσκολίες που περνά για άλλη μια φορά η πατρίδα μας, θυμόμαστε και κλείνουμε ευλαβικά το γόνυ σε λαμπρές αλλά και πένθιμες σελίδες της ιστορίας μας. Σε νίκες αλλά και μαρτυρικά ατυχήματα, με την απόλυτη συναίσθηση ότι οφείλουμε εμείς οι ακρίτες των συνόρων αλλά και οι γενιές που θα ακολουθήσουν να τιμούν αδιαλείπτως αυτούς που, νέα παιδιά τότε, τα έδωσαν όλα για την Ελλάδα και πέρασαν στο Πάνθεον των ηρώων, θυσιάζοντας ακόμη και την ζωή τους για αυτήν χωρίς να ζητήσουν ανταλλάγματα.
Τιμούμε σήμερα, ξανά, την τελική νίκη του ελληνικού στρατού με την δεύτερη απελευθέρωση του Αμυνταίου και των γύρω χωριών από τους Οθωμανούς δυνάστες, στις 6 Νοεμβρίου 1912, μετά από 500 χρόνια καταπίεσης, τυρρανίας και εκμετάλλευσης των κατοίκων τους. Τιμούμε όμως και τη νικηφόρα μάχη του Σόροβιτς της 23ης Οκτώ., όπως και τους θυσιασθέντες στρατιώτες και αμάχους κατοίκους, την αποφράδα ημέρα της 24ης Οκτ της ίδιας χρονιάς, που αποτελεί την αιματηρότερη σελίδα του Α΄ Βαλκανικού και διδάσκεται ακόμη στην σχολή πολέμου ως δείγμα του τι μπορεί να προκαλέσει ο πανικός, αλλά βεβαίως και την πρώτη απελευθέρωση της περιοχής από τον τουρκικό ζυγό την 18η Οκτ.1912. Είναι βαρύ ιστορικό προνόμιο για την ακριτική αυτή γωνιά της Ελλάδας να έχει απελευθερωθεί δύο φορές κατ’ εξαίρεση σε σύντομο χρονικό διάστημα και να έχει υπάρξει θέατρο σκληρών μαχών και συγκρούσεων, πολύ περισσότερο, αν αναλογιστεί κανείς ότι γειτονικές της περιοχές όπως η Πτολεμαΐδα, η Φλώρινα και η Έδεσσα απελευθερώθηκαν σχεδόν αναίμακτα.
Δεκαπέντε χρόνια πρίν ξεκινούσα μια επίπονη προσπάθεια συλλογής και έρευνας ιστορικών στοιχείων της περιοχής μας ώστε να αναδείξω το αίτημα άρσης της παράλειψης εορτασμού της τοπικής επετείου. Στην αρχή μοναχικός και παρενοχλητικά επίμονος αλλά, στην πορεία των χρόνων, με την στήριξη συμπολιτών μας, έθετα πάγια και κουραστικά ίσως το αίτημα ¨Τιμήστε τους νεκρούς που μας απελευθέρωσαν και γιορτάστε τα ελευθέρια μας.¨
Βρήκα λοιπόν συμπαραστάτη στον αγώνα εκείνο και οφείλω άλλη μια φορά να το πω δημόσια και να του αποδώσω τα εύσημα τον και τότε όπως και σήμερα Δήμαρχο Αμυνταίου Κώστα Θεοδωρίδη. Η υιοθέτηση του αιτήματος από τον ίδιο 8 χρόνια μετά την πρώτη προβολή του, οδήγησε στην καθιέρωση του πανηγυρικού σημερινού εορτασμού. Επέδειξε εθνική ευαισθησία και αντιλήφθηκε τη σημασία της ανάδειξης της ιστορίας της περιοχής μας. Θα ήθελα, επίσης, να τονίσω και την συμπαράσταση σύσσωμου του τότε Δημοτικού συμβουλίου και όλων τον τότε παρατάξεων, όσον αφορά στην υποβολή της πρότασης καθιέρωσης επίσημου εορτασμού της επετείου.
Σήμερα όμως επιθυμώ να ευχαριστήσω και κάποιους άλλους ανθρώπους που άκουσαν τις επίμονες οχλήσεις μου αποκαλύπτοντας για πρώτη φορά την συμβολή τους και οι οποίοι βοήθησαν τα μέγιστα στην πορεία του χρόνου να εκδοθεί μόλις το 2008 μετά από δεκαετίες σιωπής προεδρικό διάταγμα και να είμαστε έτσι σήμερα όλοι εδώ όπως το οφείλουμε στους μάρτυρες που θυσιάστηκαν.
Ευχαριστούμε λοιπόν τον κ Πάτροκλο Γεωργιάδη γενικό γραμματέα του υπουργείου Εσωτερικών το 2008 που ενστερνίστηκε την σημασία του αιτήματος, τον τότε υπουργό Εσωτερικών και σήμερα Πρόεδρο της Δημοκρατίας κ Προκόπη Παυλόπουλο που προσυπέγραψε το διάταγμα όπως και τις άξιες υπαλλήλους της αρμόδιας διεύθυνσης του υπουργείου Εσωτερικών που ανέχτηκαν τις επίμονες παραινέσεις μου και βοήθησαν με όλη την δύναμη τους στην προώθηση του θέματος. Τέλος θέλω να ευχαριστήσω και τον σημερινό υπουργό Εθνικής Άμυνας κ Π. Καμμένο , διότι ευαισθητοποιήθηκε άμεσα ως βουλευτής το 2002 και προέβη στην κατάθεση ερωτήσεως στην Βουλή των Ελλήνων εγκαλώντας την τότε κυβέρνηση. Ελπίζω να μου συγχωρήσετε αυτή την μικρή παρέκβαση είχα όμως χρέος να το πράξω αμερόληπτα και προς όλους όσους μας βοήθησαν.
Ας δούμε λοιπόν τι συνέβη πριν 103 χρόνια ακριβώς και πως το Αμύνταιο και τα γύρω χωριά αντίκρισαν μετά από 500 περίπου χρόνια σκλαβιάς και υποτέλειας το φως της ελευθερίας. Ήταν Οκτώβριος του 1912 και το έθνος των Ελλήνων, σε συνεργασία με τα άλλα συμμαχικά έθνη της Βαλκανικής, ήρθε αντιμέτωπο με το ιστορικό πεπρωμένο του. Μετά την μάχη του Σαρανταπόρου, ο Έλληνας αρχιστράτηγος, διάδοχος Κωνσταντίνος, βρέθηκε προ του διλήμματος, εάν έπρεπε, η στρατιά να προχωρήσει προς βορρά στο Μοναστήρι ή να στραφεί ανατολικά στη Θεσσαλονίκη. Το δίλημμα αυτό έγινε η αφορμή να ξεσπάσει έντονη διαμάχη μεταξύ του διαδόχου Κωνσταντίνου και του τότε Πρωθυπουργού Ελευθερίου Βενιζέλου, ο οποίος επέμενε ορθά για στροφή της στρατιάς προς Θεσσαλονίκη και έτσι σε αυτό το περιστατικό διακρίνουμε τις πρώτες σπίθες του μετέπειτα εκδηλωθέντος βίαια εθνικού διχασμού.
Τελικά, η στρατιά κατευθύνθηκε προς Θεσσαλονίκη και ανατέθηκε στην 5η μεραρχία να καλύπτει το αριστερό πλευρό της και να αναλάβει την ευθύνη, εκτιμώντας την κατάσταση, να προχωρήσει στην απελευθέρωση του Μοναστηρίου, το οποίο υπόψη είναι χτισμένο δίπλα στα ερείπια της αρχαίας Ελληνικής πόλης της Ηράκλειας και κατοικούνταν σε μεγάλο ποσοστό από Έλληνες. Σήμανε λοιπόν, την 18η Οκτ. του 1912, η ώρα της απελευθέρωσης της περιοχής Αμυνταίου, αφού ο ελληνικός στρατός, συνεχίζοντας την προέλαση του, την απελευθερώνει εκείνη την ημέρα για πρώτη φορά.
Στις 23 Οκτ, διεξάγεται η ιστορική μάχη του Σόροβιτς, η οποία καταλήγει με απόλυτη επιτυχία για τον ελληνικό στρατό μετά την ήττα των τουρκικών στρατευμάτων, με παράλληλη προώθηση του 16ο συντάγματος πεζικού, πέρα από το Αμύνταιο και τις σιδηροδρομικές γραμμές, ως το χωριό Πέτρες.
Φθάνουμε όμως στην τραγική νύχτα της 23ης Οκτωβρίου. Το βράδυ, ένας Τουρκαλβανός, υπολοχαγός από τα Ιωάννινα, ο Εσσάτ, ζήτησε την άδεια από τον αρχηγό των τουρκικών δυνάμεων Τζαβίτ Πασά να διενεργήσει επιχείρηση παράτολμη κατά των νώτων της 5ης μεραρχίας, με δύναμη λίγων ανδρών και 4 πολυβόλα. Όπως έγινε αργότερα γνωστό, επρόκειτο για την πολυβολαρχία του 49ου συντάγματος πεζικού της 17ης μεραρχίας του τουρκικού στρατού. Ο Τζαβίτ Πασάς, με μεγάλη δυσκολία έδωσε την άδεια του, απειλώντας ωστόσο τον τολμηρό αξιωματικό, ότι αν έχανε τους άνδρες και τα πολυβόλα θα διέταζε τον τουφεκισμό του. Εκείνη τη νύχτα όμως, ο Εσσάτ πέτυχε ό,τι δεν είχαν πετύχει με σκληρό αγώνα οι μονάδες του Τσαβίτ τις προηγούμενες μέρες. Τις νυχτερινές ώρες ακούγονταν ασυνήθιστα έντονα γαυγίσματα σκύλων από το χωριό Ροδώνας, διότι οι Τούρκοι του Εσσάτ περνούσαν μέσα από αυτό. Το χωριό Ροδώνας εκείνη την εποχή, όπως και άλλα χωριά της περιοχής, ήταν αμιγώς τουρκικό.
Ο θόρυβος αυτός επέσυρε την προσοχή του 5ου λόχου του 2ου τάγματος που βρισκόταν εκεί σε προφυλακές. Ο λόχος απέστειλε περιπόλους και ανέφερε την πληροφορία στο τάγμα του, αλλά ο διοικητής του τάγματος δεν προέβη σε οποιαδήποτε ενέργεια με την δικαιολογία, ότι οι προφυλακές δεν ήταν δική του ευθύνη και μάλιστα απάντησε απαράδεκτα ότι: « Εσείς και στον ύπνο σας Τούρκους ονειρεύεστε…». Αργότερα είπε, πως δεν έλαβε κανένα μέτρο, επειδή νόμιζε, ότι ο υπόψη λόχος υπαγόταν στις άμεσες διαταγές της Μεραρχίας και εκτελούσε συγκεκριμένη αποστολή, στην οποία δεν μπορούσε να επέμβει.
Όμως, για την καταστροφή που ακολούθησε, δεν φταίει μόνο η τολμηρή ιδέα του Εσσάτ, ούτε η ανευθυνότητα του διοικητή του ελληνικού τάγματος. Μια τέτοια ενέργεια δεν θα μπορούσε να επιτύχει, αν δεν υπήρχαν οι κατάλληλοι οδηγοί. Πράγματι, ένας μπέης των χωριών Ροδώνα – Φανού, ο περιβόητος Ισίν Χασάν, αναλαμβάνει να συμμετάσχει στην αποστολή και να βρει τρόπο να καθοδηγήσει το μικρό τουρκικό τμήμα στα νώτα του ελληνικού στρατού, μέσα από τον βάλτο της περιοχής. Για τον σκοπό αυτό λοιπόν βρήκε έναν οδηγό που δούλευε ως εργάτης στα χωράφια του και καταγόταν από το χωριό Πεδινό. Ο οδηγός αυτός δεν ήταν άλλος από τον διαβόητο κομιτατζή της εποχής του Μακεδονικού Αγώνα, τον επονομαζόμενο από τους Τούρκους «Καρά Κομίτ» ( Μαύρος κομιτατζής). Ο άνθρωπος αυτός, που δούλεψε με λύσσα υπέρ της βουλγαρικής εξαρχίας τα προηγούμενα χρόνια, ήταν γνωστός για τις φρικαλεότητες του εις βάρος και Ελλήνων πατριαρχικών κατοίκων του Ξινού-Νερού, το οποίο τότε ήταν το διοικητικό κέντρο και το μεγαλύτερο χωριό της περιοχής. Δέχτηκε λοιπόν την πρόταση του Ισίν Χασαν και καθοδήγησαν μαζί τους Τούρκους, περνώντας τους μέσα από στεγνά μονοπάτια του βάλτου αλλά και όπου χρειαζόταν, χρησιμοποιώντας βάρκες. Τον βάλτο, τον γνώριζε καλά από τα γεγονότα της περιόδου 1903-1908. Με αυτόν τον τρόπο ενεργεί ως νέος Εφιάλτης και συνεργάζεται με αυτούς, που παλαιότερα ακόμη και ο ίδιος είχε πολεμήσει. Το τμήμα λοιπόν του Εσσάτ, βρέθηκε ανενόχλητο, Βόρεια της περιοχής ερείπια Νέας Κόμης στις 6: 30 το πρωί της 24 Οκτ., κοντά στο ύψωμα 640 τον λόφο του αίματος και σε μικρή απόσταση από τις θέσεις του εκεί εγκατεστημένου λόχου μηχανικού της 5ης μεραρχίας. Αφού έταξε τα πολυβόλα, άνοιξε πύρ στα μετόπισθεν της ελληνικής μεραρχίας, χωρίς οι σκοποί του λόχου μηχανικού να προλάβουν να καλέσουν σε συναγερμό, οι διπλοσκοποί του οποίου ούτε «στα όπλα» δεν κατόρθωσαν να φωνάξουν. Τα αιφνιδιαστικά καταιγιστικά πυρά, οι πολλές απώλειες και οι φωνές των Τούρκων, σκόρπισαν τον πανικό στον λόχο μηχανικού, του οποίου οι άντρες αναμίχθηκαν με τους άντρες του 1ου λόχου γεφυροποιών, εγκαταλείποντας οπλισμό, εξάρτηση ακόμη και τα ενδύματα τους, φεύγοντας αλλόφρονες. Ο πανικός μεταδόθηκε γρήγορα μεταξύ των ελλήνων στρατιωτών.
Οι Τούρκοι μέσα στην σύγχυση που δημιουργήθηκε, κινήθηκαν γρήγορα προς την 5η πυροβολαρχία. Την στιγμή εκείνη, η πυροβολαρχία προσπαθεί ηρωικά να αντιδράσει, αλλά δεν πρόλαβε να ρίξει περισσότερα από 10 βλήματα. Οι απώλειες της πυροβολαρχίας, που αποτελεί φωτεινό παράδειγμα, αφού δεν πανικοβλήθηκε, ήταν πολύ μεγάλες. Μεταξύ των νεκρών, ήταν ο διοικητής της, λοχαγός Δελαπόρτας Σπυρίδων, ο υπολοχαγός Δούκας Αθανάσιος και τρεις αρχηγοί στοιχείων.
Λαμπρό παράδειγμα αντίστασης, μέσα σε αυτήν την κατάσταση χάους, απετέλεσε και η 6η πυροβολαρχία, η οποία, δεχόμενη επίθεση τουρκικού τμήματος, αιχμαλωτίστηκε μετά από μάχη. Ο διοικητής της, λοχαγός Κοσκινάς Θεόδωρος, αρνήθηκε να εγκαταλείψει τα πυροβόλα του και οι Τούρκοι τον σκότωσαν μαζί με τους αξιωματικούς ανθυπολοχαγούς, Καθίκουρα Κωνσταντίνο και Οικονομόπουλο Νικόλαο, όπως και πολλούς άλλους πυροβολητές, πάνω σε αυτά. Η ειρωνεία της ιστορίας είναι, ότι οι Τούρκοι μετέφεραν τα πυροβόλα αυτά αργότερα, μέσω Κορυτσάς, στην πολιορκία του Μπιζανίου και ο ελληνικός στρατός τα ξαναπήρε πίσω, όταν απελευθέρωσε τα Γιάννενα στις 21 Φεβρουαρίου 1913.
Στο σημείο αυτό θα ήθελα να μνημονεύσω τον ηρωικό υπάλληλο του τηλεγραφείου Αμυνταίου, ο οποίος μέσα σε αυτό το χάος ενημέρωσε το τηλεγραφείο της Κοζάνης για την καταστροφή και εκείνο με τη σειρά του ειδοποίησε την Αθήνα. Οι Τούρκοι, εκείνη την αποφράδα ημέρα, πυρπολούν τα χωριά Ξινό-Νερό, το οποίο κατέστρεψαν ολοσχερώς και Αμύνταιο, το οποίο έκαψαν μερικώς. Οι περισσότεροι κάτοικοι του Ξινού-Νερού το είχαν εγκαταλείψει και είχαν βρεί καταφύγιο πολλοί από αυτούς στα Σέρβια και άλλες περιοχές, ενώ είναι χαρακτηριστικό, ότι κάποιες γυναίκες, φεύγοντας, άφησαν σε κρυφά σημεία τα παιδια τους, ακόμη και μέσα σε μεγάλα πιθάρια, γιατί δεν μπορούσαν να τα κουβαλήσουν τρέχοντας και τα περιμάζεψαν οι επόμενοι κάτοικοι που έφευγαν και αυτοί.
Σαράντα όμως γέροντες, που αρνήθηκαν να το εγκαταλείψουν, συγκεντρώθηκαν από τους Τούρκους σε έναν στάβλο και τους έκαψαν ζωντανούς, ενώ τα οστά τους τάφηκαν αργότερα σε ομαδικό τάφο. Άλλοι 20 περίπου διασώθηκαν, όταν ο Τουρκαλβανός κλειδούχος Οσμάν, του σιδηροδρομικού σταθμού Ξινού-Νερού, τους έκρυψε στο υπόγειο της αποθήκης του σταθμού και παραπλάνησε τους Τούρκους, ώστε να μην τους ανακαλύψουν. Οι αγριότητες των Τούρκων ήταν απερίγραπτες και είναι χαρακτηριστικό, ότι από την μανία τους δεν γλίτωσαν ούτε τα ζώα, τα οποία κατέσφαξαν. Το δε σχολείο του χωριού, που πριν 3 χρόνια είχε λειτουργήσει, πυρπολείται, όπως και οι εκκλησίες του.
Στα Σέρβια, οι Ξινονερίτες και οι άλλοι πρόσφυγες που κατέφυγαν εκεί για να διασωθούν, βρήκαν την στήριξη και τη βοήθεια των κατοίκων. Μέρος τους, στεγάστηκε προσωρινά στο ιστορικό μεγάλο κτήριο, που διασώζετε μέχρι σήμερα μετά την γέφυρα του Αλιάκμονα, στην είσοδο της πόλης των Σερβίων. Τελικά, δημιουργείται τμήμα Στρατιάς, το οποίο αποτελείται από την 5η Μεραρχία και αποσπάσματα Ευζώνων υπο την ηγεσία του Συνταγματάρχη Μηχανικού Στέφανου Γεννάδη ενώ ο προηγούμενος διοικητής της Σχης Μηχανικού Ματθαιοπουλος Δημήτριος αντικαταστάθηκε και γλύτωσε το στρατοδικείο χάρη στην παρέμβαση του Κωνσταντίνου δεδομένου ότι ήταν δάσκαλος του στα στρατιωτικά θέματα.
Έτσι, φτάνουμε στην ιστορική ημέρα της 6ης Νοεμβ. 1912 και στην οριστική απελευθέρωση της περιοχής Αμυνταίου. Στις 11 το πρωί, η 5η Μεραρχία, υπο την νέα διοίκηση της, προελαύνει μέσω της οδού Πτολεμαίδας- Βεύης. Η 4η Μεραρχία, με διοικητή τον υποστράτηγο Κωνσταντίνο Μοσχόπουλο, κινούνταν ήδη, περίπου από τις 7 το πρωί, από το χωριό Μανιάκι, μέσω της οδού που το συνέδεε με την Βεγόρα, προχωρώντας κοντά στην όχθη της λίμνης. Το ιππικό της προπορευόταν της εμπροσθοφυλακής και μετά από σκληρή μάχη κατέλαβε την γέφυρα της Βεγόρας. Στη 1 το μεσημέρι, η 4η μεραρχία μπαίνει στο Αμύνταιο και προωθεί τμήματα της προς την στενωπό Κλειδίου. Η ώρα της οριστικής λευτεριάς του Αμυνταίου είχε φτάσει! Η 5η μεραρχία, αφού προέλασε, έφτασε στις 3 το μεσημέρι η κεφαλή της κύριας φάλαγγας της, στην διακλάδωση της οδού προς το Αμύνταιο, όπου δέχτηκε αραιά πυρά πυροβολικού. Μέσα σε αντίξοες καιρικές συνθήκες με συνεχείς καταιγίδες και χιόνια εκείνες τις ημέρες ο ελληνικός στρατός συνέτριψε οριστικά τις τουρκικές δυνάμεις. Η << απόπλυσης της κηλίδος >> όπως χαρακτήρισε τότε το ατύχημα της 5ης Μεραρχίας ο διάδοχος Κωνσταντίνος είχε συντελεστεί.
Με αυτόν τον τρόπο απελευθερώθηκε για δεύτερη φορά την 6η Νεομβ. 1912 η αιματοβαμμένη γη του Αμυνταίου και συνεχίστηκε η προέλαση του στρατού προς την Φλώρινα. Αν μάλιστα δεν είχε συμβεί η προδοσία και το ατύχημα της 24 Οκτ., ο ελληνικός στρατός θα είχε προλάβει να απελευθερώσει και το Μοναστήρι, το οποίο έπεσε σε αλλόφυλα χέρια αν και σε αυτό ζούσαν κατά πλειοψηφία τότε συμπαγείς ελληνικοί πληθυσμοί, την παρουσία των οποίων μαρτυρεί μέχρι σήμερα, μέσα από τις ελληνικές αγιογραφίες του, ο υπέροχος και απέριττος Μητροπολιτικός ναός του Αγ. Δημητρίου Μοναστηρίου.
Σήμερα ο εορτασμός αυτός όμως έρχεται να θυμίσει και κάτι ακόμη. Μια και τις προηγούμενες ημέρες προηγήθηκαν ανιστόρητες, αντιεπιστημονικές, ιδεοληπτικές δηλώσεις από υποτίθεται υπεύθυνους πολιτικούς οι οποίοι απέδειξαν την ανευθυνότητα και ασχετοσύνη τους για τις γενοκτονίες των Τούρκων εις βάρος του ελληνισμού. Βρισκόμαστε σήμερα στον Ροδώνα, χωρίο το οποίο μετά την ανταλλαγή πληθυσμών του 1922 κατοικείται από απογόνους πια προσφύγων, που οι πρόγονοι τους γνώρισαν καλά στο πετσί τους τι θα πει γενοκτονία και εξανδραποδισμός στην πράξη. Γνώρισαν από πρώτο χέρι τί υφή είχε το μαχαίρι των τουρκικών στρατευμάτων τότε.
Έρχεται λοιπόν η σημερινή επέτειος να μας υπενθυμίσει πόσο σημαντική είναι η γνώση της ιστορίας ενός τόπου και η άρνηση της τεχνητής λήθης. Λαοί που υποτιμούν την ενασχόληση με την ιστορία και την συλλογική τους μνήμη, είναι λαοί που χάνουν την σπονδυλική τους στήλη και μετατρέπονται σε ασπόνδυλα, δηλαδή σε οσφυοκάμπτες υποτακτικούς των ισχυρών. Τις αλλοιώσεις της ιστορικής μας μνήμης, που άμεσο στόχο έχουν την υπονόμευση της συλλογικότητας και της ενότητας μας, θα πρέπει να τις αντιμετωπίσουμε με ακόμη μεγαλύτερη μελέτη της ιστορίας μας, με προσφυγή στις πηγές της μνήμης, με πνεύμα συλλογικής αντίστασης απέναντι στα σχέδια, που απεργάζονται ποικιλώνυμες οργανώσεις, με δήθεν επιστημονικά και δήθεν αγνά ανθρωπιστικά κίνητρα.
Τι προσπάθησαν να κάνουν λοιπόν ακόμη και με τα βιβλία ιστορίας των σχολείων; Να απονευρώσουν τη νεολαία και να ξεκόψουν την επαφή της με τις ρίζες της. Να απομακρύνουν από τη συλλογική μνήμη της τα παθήματα των προγόνων της και ακόμη χειρότερα, να τα υποτιμήσουν, όπως υποτίμησαν και τους ίδιους τους ήρωες πρότυπα και να τα εκμηδενίσουν με ανέντιμες και αντιεπιστημονικές αναφορές σε συνωστισμούς, θέλοντας να περιγράψουν καταστροφές και σφαγές απερίγραπτης αγριότητας, όπως το ολοκαύτωμα της Σμύρνης το οποίο συγκλόνισε ακόμη και τον τότε Πρόξενο των ΗΠΑ στην Σμύρνη.
Αν αυτό δεν είναι ιδεολογική χρήση της ιστορίας για την εξυπηρέτηση αλλότριων συμφερόντων, τότε τι είναι; Και βέβαια εδώ χρειάζεται να τονίσω ότι και η ανάμιξη των πολιτικών με στόχο την πολιτική χρήση της ιστορίας διαχρονικά, όπως και σήμερα, μόνο ολέθρια αποτελέσματα έχει στη διαφύλαξη ακέραιας της αυθεντικής μνήμης ενός λαού. Στόχος δυστυχώς ανομολόγητος διαφόρων κέντρων και συνεργατών τους είναι η δημιουργία μίας εύπλαστης μάζας, ενός άεθνου πολτού που δεν θα μπορεί να αντιστέκεται στα συμφέροντα τους. Η ποθητή και καλοδεχούμενη ειρήνη μεταξύ των λαών είναι όμως πραγματική και διαρκής μόνον όταν στηρίζεται στην ιστορική εξέλιξη των σχέσεων τους και στην αυτογνωσία τους, όχι όταν στηρίζεται σε προπαγανδιστικούς μηχανισμούς και ψεύδη. Λαοί που ξεχνούν την ιστορία τους, που παθαίνουν συλλογική αμνησία, είναι σαν να αρνούνται την εξέλιξη τους και καταδικάζονται να επαναλαμβάνουν τα ίδια τραγικά λάθη, που είχαν κάνει παλαιότερα.
Ελάτε λοιπόν τώρα να θυμηθούμε όλοι μαζί τα λόγια του ποιητή Καβάφη που είναι εδώ στα στενά Κλειδίου και για την σημερινή επέτειο επίκαιρα όσο ποτέ και να εμπνευστούμε από αυτά: « Τιμή σ' εκείνους όπου στην ζωή των ώρισαν και φυλάγουν Θερμοπύλες. Και περισσότερη τιμή τους πρέπει όταν προβλέπουν (και πολλοί προβλέπουν) πως ο Εφιάλτης θα φανεί στο τέλος». Όπως και τους στίχους του ποιητή μας Αγγ. Σικελιανού που μας καλεί με το επαναστατικό του ύφος σε συλλογική αφύπνιση από τον λήθαργο γράφοντας: « Ηχήστε οι σάλπιγγες... Καμπάνες βροντερές, δονήστε σύγκορμη τη χώρα πέρα ως πέρα... Βόγκα Παιάνα ! Οι σημαίες οι φοβερές της Λευτεριάς ξεδιπλωθείτε στον αέρα!».
Ζήτω η Ελλάδα μας!
Ζήτω το ελεύθερο Αμύνταιο!
ΕΥΑΓΓΕΛΟΣ ΙΩΑΝΝΙΔΗΣ
ΔΙΚΗΓΟΡΟΣ
ΑΜΥΝΤΑΙΟ
Έ ΜΕΡΑΡΧΙΑΣ 84 (ΑΠΕΝΑΝΤΙ ΑΠΟ ΤΟΝ ΟΤΕ)
ΤΗΛ ΓΡ 2386022228
ΚΙΝ 6972698452
(Η ομιλία στηρίχτηκε σε στοιχεία από προσωπική οκταετή έρευνα του Ευάγγελου Ιωαννίδη, που βρίσκονται στο αρχείο του. Ανάμεσα στις άλλες πηγές του είναι μαρτυρίες κατοίκων του Ξινού Νερού και της περιοχής Αμυνταίου, όπως και η ιστορία ΓΕΣ/ΔΙΣ. Παρακαλείται οποιοσδήποτε ενδιαφέρεται, να κάνει χρήση του κειμένου ή να προχωρήσει σε αναδημοσίευση του, να ζητά πάντα την άδεια κατα προτίμηση γραπτή του Ευάγγελου Ιωαννίδη και απαραιτήτως να αναφέρει το όνομα του δημιουργού του κειμένου όποτε κάνει χρήση του κειμένου και για όποιο λόγο. Απαγορεύεται η αναδημοσίευση και αναπαραγωγή μερικά η ολικά χωρίς γραπτή άδεια του δημιουργού του κειμένου,Ν.2121/1993 περι προστασίας Πνευματικών Δικαιωμάτων. Oι παραβατες υπέχουν τις κυρώσεις, που προβλέπονται)